Στη μνήμη της αξέχαστης Ευωδίας Κρεμμύδα-Schneider.
Το σπίτι του πάστορα, δίπλα στην εκκλησούλα του μικρού χωριού στα περίχωρα του Στρασβούργου, μου φάνηκε πελώριο στην πρώτη ματιά. Μια δίπατη μονοκατοικία, με συμμετρικά ξύλινα παράθυρα και έναν μεγάλο κήπο με δέντρα γύρω-γύρω να το αγκαλιάζει. Το καλοκαίρι θα ήταν όνειρο να ζει κανείς εδώ, σκέφτηκα. Η πρόσκληση όμως ήρθε για τα Χριστούγεννα και τον χειμώνα με τα κρύα θα ήταν σίγουρα διαφορετικά. Απ την άλλη το να γιορτάζει κανείς μόνος του Χριστούγεννα, μακριά από την πατρίδα και τους δικούς του΄, δεν είναι και ό,τι το καλύτερο. Το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό οι Έλληνες της διασποράς και από νωρίς αρχίζουν τις προσκλήσεις μεταξύ τους. Είμασταν νιόπαντροι, δεν είχαμε καλά-καλά ακόμα φτιάξει το νοικοκυριό μας, κάπου στη νότια Γερμανία, έτσι δεν διστάσαμε ούτε στιγμή να πούμε το ναι, στον Φιλίπ και στην Ευωδία, που μας καλούσαν εκείνη τη χρονιά για Χριστούγεννα στην Αλσατία.
Το εσωτερικό του σπιτιού περιποιημένο, είχε την όψη παλιού αρχοντικού με ψηλοτάβανα δωμάτια και πλάκες στο δάπεδο. Πολύ μου άρεσε. Η μεγάλη κουζίνα εκτελούσε και χρέη καθιστικού και εκεί καθισμένοι γύρω στη μεγάλη ξυλόσομπα – την μοναδική σ΄ολόκληρο το σπίτι – περάσαμε αξέχαστες βραδιές με κουβεντούλα, μέσα σε μια ατμόσφαιρα ζεστασιάς και θαλπωρής και φυσικά με υπέροχες τοπικές γεύσεις. Κανείς μας δεν ήθελε να διακόψει πρώτος και να πάει για ύπνο παρά μόνο όταν τα βλέφαρα βάραιναν και ο Φιλίπ, πάστορας στην Ευαγγελική Εκκλησία του χωριού, μας καληνύχτιζε ευγενικά. Ήταν οι μέρες βλέπεις τέτοιες και είχε πολλά καθήκοντα στην ενορία του. Το νιώσαμε γιατί το σπίτι ήταν γεμάτο ζωή από την πρώτη στιγμή που φτάσαμε. Οι άνθρωποι του χωριού έμπαιναν και έβγαιναν κουβαλώντας ο καθένας για τις γιορτές, ό,τι καλύτερο είχε από τα προϊόντα του. Τον αγαπούσαν τον Φιλίπ πολύ, κι αυτόν και την γυναίκα του, που όλοι στο χωριό την φώναζαν με σεβασμό «Madame de Pasteur». Αχ, πόσο της άρεσε αυτό της καλής μου φίλης της Ευωδίας!
Από νωρίς την Παραμονή άρχισαν λοιπόν να καταφθάνουν στο σπίτι τα καλούδια: Σπιτικό φουά γκρά από την γειτόνισσα και μια γαλοπούλα έτοιμη, γεμιστή με μήλα και δαμάσκηνα για ανήμερα τα Χριστούγεννα. Λουκάνικα όλων των ειδών και μπολάκια με choucroute, το τυπικό εκείνο λάχανο της περιοχής με την ξινούτσικη γεύση. Μια άλλη κυρία έφερε ένα είδος τυριού με γλυκάνισο μέσα, δεν συγκράτησα το όνομά του, μαζί με ένα μπουκάλι κρασί, Riesling, της περιοχής. Γλυκά της Αλσατίας γέμιζαν το τραπέζι του χολ μαζί με μήλα, κάστανα και χίλιες-δυο άλλες τοπικές λιχουδιές, άγνωστες σ΄ εμάς. Η Ευωδία είχε ετοιμάσει από τις προηγούμενες μέρες μικρά πακετάκια με κουραμπιέδες και μελομακάρονα, τα δικά της πέρα για πέρα ελληνικά χριστουγεννιάτικα καλούδια, που τα προσέφερνε σε όλους πριν φύγουν, μαζί με το θερμό ευχαριστώ της και τις ευχές της για τα Χριστούγεννα. Για όλους είχε μια καλή κουβέντα και με περισσή χαρά μας παρουσίαζε, τον άνδρα μου κι εμένα, στον κάθε επισκέπτη τονίζοντας πως έχουμε έρθει από την Γερμανία, όπου σπουδάζαμε, για να περάσουμε μαζί τα Χριστούγεννα. Μας καλωσόριζαν κι εμάς όλοι τους θερμά, μας αγκάλιαζαν και μας φιλούσαν τρεις φορές σταυρωτά, όπως είναι το συνήθειο του τόπου εκεί, σαν να μας ξέρανε από χρόνια. Συνηθισμένοι φαίνεται ήταν όλοι τους να βλέπουν γεμάτο κόσμο το σπίτι του ποιμένα τους και την γυναίκα του να είναι επί της υποδοχής και των συστάσεων. Τίποτα το τυπικό και καθιερωμένο, αλλά από καρδιάς και ο καθένας το ένιωθε αυτό.
Την Παραμονή των Χριστουγέννων, η πόρτα της εκκλησίας είχε ανοίξει από νωρίς το βράδυ. Η Ευωδία είχε φροντίσει να στολίσει την εκκλησία με το παραδοσιακό χριστουγεννιάτικο δέντρο και ένα σωρό κεράκια έκαιγαν σε όλες τις γωνιές και στα παράθυρα. Πολύ πριν αρχίσει η λειτουργία η εκκλησία ήταν γεμάτη και οι τελευταίοι στέκονταν όρθιοι πίσω από την πόρτα. Ευτυχώς που πήγαμε εμείς από νωρίς, δεν είχαμε δα και τον πολύ το δρόμο να κάνουμε. Από το Παρίσι, όπως κάθε χρόνο, είχαν καταφτάσει και οι τελευταίοι επισκέπτες και ο Φιλίπ, ντυμένος το επίσημο μαύρο του ένδυμα με το άσπρο κολάρο στο λαιμό ανέβηκε στον άμβωνα για το χριστουγεννιάτικο μήνυμα.
«Είναι στα γαλλικά απόψε», μου ψιθύρισε η φίλη μου στο αυτί, «γιατί έχουμε πολλούς επισκέπτες από το Παρίσι και θα ήταν κρίμα να φύγουν για το σπίτι τους, χωρίς να πάρουν μαζί τους το χαρμόσυνο μήνυμα της γέννησης του Χριστού, σε γλώσσα που καταλαβαίνουν». Έξω το χιόνι έπεφτε από το πρωί πυκνό και είχε παγωνιά, αλλά μέσα στην εκκλησία, στο φως των κεριών και με την ζεστή φωνή του Πάστορα να αναγγέλλει με απλά λόγια την γέννηση του Χριστού η ατμόσφαιρα ήταν … θεϊκή! Αυτή η Παραμονή Χριστουγέννων έμεινε έκτοτε στη ζωή μου, σαν άλλο χριστουγεννιάτικο αστέρι, να μου θυμίζει το νόημα της γιορτής έτσι όπως το άκουσα και το βίωσα σε εκείνη τη μικρή εκκλησούλα της Αλσατίας εκείνο το βράδυ.
Με βαθιά συγκίνηση και χαρά από τα όσα βιώσαμε στην εκκλησούλα γυρίσαμε στο σπίτι και κάτσαμε στο γιορτινό τραπέζι, με όλα του «Αβραάμ και του Ισαάκ» τα αγαθά επάνω του. Ήταν σαν να ξεκινούσε ένα υπέροχο ταξίδι γεύσεων στην παραδοσιακή αλσατική κουζίνα και συγχρόνως μια εξαιρετική ευκαιρία να εμβαθύνει κανείς στον πολιτισμό και την ιστορία του τόπου. Είχαμε κοντά μας αναμφίβολα και τον σωστό άνθρωπο. Μαζί με τις επεξηγήσεις για τα διάφορα εδέσματα, που είχαμε μπροστά μας, άρχισε ο Φιλίπ να μας ξετυλίγει την αιματοβαμμένη ιστορία της πατρίδας του, της Αλσατίας. Μας έλεγε για τους πολέμους στην περιοχή που δεν έβρισκαν τελειωμό και που βύθιζαν κάθε τόσο τους ανθρώπους στη θλίψη και στο πένθος. Η ζωή τους από παλιά ήταν δύσκολη και τα σχέδια για το μέλλον τους πολλές φορές έμεναν στη μέση, λόγω «ανωτέρας βίας», όπως τόνιζε με νόημα. Πολύ παλιά ήταν αλεμαννική επαρχία, σαν πέρασαν οι Αλεμάννοι από την ανατολική στη δυτική όχθη του Ρήνου, μετά έγινε φράγκικη. Στο Μεσαίωνα κατακτήθηκε από γερμανικά φύλα και έγινε το Στρασβούργο, η πρωτεύουσα της Αλσατίας, ελεύθερη αυτοκρατορική πόλη. Μετά τον Τριακονταετή Πόλεμο πέρασε η Αλσατία πάλι σε γαλλικά χέρια για λίγο, μετά κατακτήθηκε πάλι από Γερμανούς. Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο την πήραν οι νικητές Γάλλοι, στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο την κατέκτησαν πάλι οι Γερμανοί. Από το τέλος του πολέμου και μετά ανήκει σταθερά στη Γαλλία. Τα κτίρια είναι οι μόνοι σιωπηλοί και διαχρονικοί μάρτυρες της ιστορίας της.
Ίλιγγος με κατέλαβε προσπαθώντας να τον παρακολουθήσω στην αφήγησή του εκείνο το βράδυ, έτσι γρήγορα που άλλαζαν τα ονόματα των «κατακτητών». Μεγάλος γνώστης της ιστορίας του τόπου του, ο Φιλίπ, μας είχε κάνει να κρεμόμαστε από τα χείλη του. Η Ευωδία τον μάλωνε μαλακά, ότι μας έβγαζει από το νόημα των Χριστουγέννων. Αλλά είμασταν εμείς που τον ρωτούσαμε …
Την άλλη μέρα το πρωί, ανήμερα τα Χριστούγεννα, πρωί-πρωί πάλι στην εκκλησία, μαζί με όλη την οικογένεια και την μητέρα της Ευωδίας αυτή τη φορά, που είχε έρθει από την Ελλάδα να τους επισκεφτεί. Η λειτουργία ήταν στα γερμανικά. Η εκκλησία δεν ήταν τόσο γεμάτη, όπως το προηγούμενο βράδυ της παραμονής, σίγουρα θα έμειναν οι επισκέπτες από το Παρίσι στα σπίτια τους για ένα πιο ήσυχο και οικογενειακό πρωινό. Σε τελική ανάλυση είμασταν στη Γαλλία, στη χώρα του απόλυτου χωρισμού κράτους και εκκλησίας, μόνο που στην Αλσατία δεν έχει εφαρμογή αυτός ο κανόνας, όπως μας πληροφόρησε ο Φιλίπ. Δεξιά και αριστερά έβλεπα χαρούμενα πρόσωπα, κυρίως ηλικιωμένων, να ψάλλουν με κατάνυξη από το γερμανικό υμνολόγιο αυτή τη φορά την Γέννηση του Σωτήρα. Από τα παιδικά τους χρόνια τα θυμούνται όλα αυτά, σκέφτηκα φέρνοντας στο μυαλό μου την χθεσινή εξιστόρηση του Φιλίπ. Η νέοι, τους άκουσα να μιλούν μόνο γαλλικά μεταξύ τους ούτε καν αλσατικά, μίγμα γερμανικών και γαλλικών, που ήταν κτήμα και προνόμιο των ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας. Ξεκάθαρες λύσεις, φαίνεται. Η απορία, όμως, μου έμεινε μέχρι σήμερα: Είναι τελικά οι Αλσατοί γερμανόφωνοι Γάλλοι ή γαλλόφωνοι Γερμανοί; Νάναι τάχα τυχαίο, ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει την έδρα του σήμερα στο Στρασβούργο; Για να φέρνει ίσως κοντά διαφορετικούς ανθρώπους μεταξύ τους, με διαφορετικές γλώσσες, παραδόσεις και συνειδήσεις και για να ειρηνεύει τους λαούς από τα αιώνια πάθη τους…
Πάντως εκείνα τα Χριστούγεννα στην Αλσατία, με τον Φιλίπ, την γυναίκα του Ευωδία και την οικογένειά τους, ήταν μοναδικά. Φύγαμε φορτωμένοι καλούδια αλλά και με την υπόσχεσή τους να μας επισκεφτούν κι εκείνοι με τη σειρά τους το καλοκαίρι, στην όχθη της όμορφης λίμνης που μέναμε. Δώρο Θεού να έχει κανείς πραγματικούς φίλους σε κάθε γωνιά της γης!».
Μεταφρασμένο από τα γερμανικά, από το βιβλίο, „Möge deine Reise lang sein. Eine Griechin in Deutschland“ (Να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος. Μια Ελληνίδα στη Γερμανία), Altana Filos, Εκδόσεις Brendow, Moers 2016, σελ. 105-107.
No tags
A.S. · 23/12/2017 at 13:53
Υ.Μ.:Ι knew this evodia!
how beautifully you write…
thank you!
A.S. · 23/12/2017 at 13:55
E.Z.:Με αγάπη ζωντάνεψες την αγάπη που ζεσταίνει τις κρύες γωνιές της Ευρώπης κ του πλανήτη.
Με ΑΓΑΠΗ εύχομαι να βιώσουμε τις άγιες μέρες.
ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ… με αγάπη από Ελλάδα
A.S. · 23/12/2017 at 13:57
N.T.: Αχ, Αλτα, ποσό με συγκίνησε η ιστορία σου! Ποσό ζεστη ήταν η φιλοξενία της αγαπημένης Ευωδιας!
A.S. · 23/01/2018 at 17:55
P.A. Γλυκειά μου Αλτάνα, ξαναδιάβασα το χριστουγεννιάτικο μήνυμά σου. Πάντα οι έντονα χρωματισμένες εικόνες σου και το λόγιο στυλ εκφοράς σου με “ταξιδεύουν”. Ιδιαίτερα αυτή τη φορά το ελεγείο για την
Εωδία με συγκίνησε καθώς την ξανάφερα στη μνήμη μου. Τη γνώρισα κοπελίτσα, μετά παντρεύτηκε, έφυγε και δεν την ξαναείδα πια. Με την πένα σου ή, μάλλον, με το πληκτρολόγιό σου κρατάς ζωντανές πολύτιμες στιγμές, ατίμητα διαμάντια με άρωμα Χριστού, τόσο αναγκαίο στην πεζή και πολύ αντίξοη καθημερινότητά μας.