[whohit]Main[/whohit]

From Brussels With Love | Blog

Sep/11

25

Το πέταγμα

Βραδάκι, πήραμε το δρόμο για τα χωράφια. Έξω από ένα εγκαταλελειμμένο αγροτόσπιτο συναντήσαμε μια ομάδα κυνηγών με τα σκυλιά τους να είναι σε κίνηση. Τους χαζέψαμε στα κλεφτά, κάναμε τα ανάλογα σχόλια και συνεχίσαμε βιαστικά τον περίπατό μας. Πυροβολισμοί, μετά από λίγο, μας κοκκάλωσαν κυριολεκτικά, ενώ δυο-τρεις γέρανοι τρομαγμένοι άφηναν το χωράφι που έβοσκαν και με γρήγορες κινήσεις χάθηκαν από μπροστά μας. Ο θόρυβος από πέταγμα πουλιών έκανε να σηκώσουμε τα μάτια μας ψηλά και τις είδαμε, τις αγριόπαπιες, σε σχήμα ανοιχτού τριγώνου να πετάνε από πάνω μας. Αυτές λοιπόν περίμεναν οι κυνηγοί. Γνώριζαν το φθινοπωρινό πέρασμά τους για τον νότο!

Δεύτεροι πυροβολισμοί και αυτή τη φορά για δυο μοναχικές πάπιες, που είχαν ξεμείνει. Πέτυχαν τη μία. Την είδαμε να πέφτει με τα φτερά στα πλάγια ενώ η άλλη συνέχισε το δρόμο της σαστισμένη. Τα σκυλιά χώθηκαν στους θάμνους για το θήραμα κι εμείς όπου φύγει-φύγει. Προφτάσαμε μόνο να δούμε την πάπια που γλύτωσε να ξαναγυρίζει και να κάνει κύκλους επάνω από εκεί που έχασε τον/την σύντροφο… Δάκρυσε η ψυχή μας. Πόνος και σάστισμα να φεύγει ξαφνικά ο ένας από τους δύο…

Νωρίς το απόγευμα την επόμενη μέρα, χτύπησε το τηλέφωνο για να φέρει το θλιβερό νέο, ότι ένας καλός μας φίλος  μόλις είχε φύγει από την ζωή. «Σαν πουλάκι πέταξε η ψυχούλα του», άκουσα την κοινή μας φίλη να λέει και θυμήθηκα το πέταγμα της αγριόπαπιας το προηγούμενο βράδυ. Φίλοι και γείτονες τρέξαμε αμέσως. Όταν σε τέτοιες ώρες θλίψης είναι μακριά η οικογένεια, ο αδελφός, η αδελφή βιώνεις το άλλο, το σκληρό πρόσωπο των Βρυξελλών και ο φίλος γίνεται στενότερος του αδελφού.

Ήταν από τους ανθρώπους που αγαπούσαν πολύ την Ελλάδα και τους έλληνες, ο Ούντο. Αγαπούσε το καλό και βαρύ φαγητό επίσης. Συχνά μας μάζευε στο σπίτι του και μας μαγείρευε εξωτικές συνταγές με ένα σωρό παράξενα καρυκεύματα. Μόνο τους γιατρούς δεν αγαπούσε και όλο ανέβαλε για «αύριο» εκείνη την καρδιολογική εξέταση που του είχαν συστήσει επειγόντως να κάνει.

Τις προάλλες, που μιλήσαμε για τελευταία φορά, ήταν για την Σαντορίνη. Θέλανε με την γυναίκα του να γιορτάσουν τα 30 και τόσα χρόνια του γάμου τους σε ένα ελληνικό νησί. Είχαν διαλέξει την Σαντορίνη και είχα αναλάβει να τους βρω τις σχετικές πληροφορίες. Του έλεγα για τα λιαστά ντοματάκια, το καλό σαντορινιό κρασί και τον έβλεπα να ενθουσιάζεται και να μη βλέπει την ώρα να πάνε. Όταν του ανέφερα για το ηφαίστειο και την μυρωδιά από θειάφι στην Καμένη σοβάρεψε και με ρώτησε: «Εϊ, μας αγαπάς πράγματι, που θέλεις να μας στείλεις σε ηφαίστεια και να μη μας ξαναδείς, αν συμβεί κάτι εκεί κάτω;». Τρεις μέρες αργότερα, στο γραφείο του, εν ώρα εργασίας, έγειρε απλά στη καρέκλα και «πέταξε»!

Τι είναι η ζωή μας; «Όνειρο της αυγής, χόρτος, όστις παρέρχεται. Το πρωί ανθεί και παρακμάζει, το εσπέρας κόπτεται και ξηραίνεται … Αι ημέραι της ζωής ημών παρέρχονται και ημείς πετώμεν», Ψαλμός 90.

Για τον Ούντο δεν πρόφτασε να έλθει καλά-καλά το εσπέρας, ούτε να μπει σε «επικίνδυνες αποστολές», με ηφαίστεια, που τα φοβόταν και τα παρόμοια …

Για μένα, αίτημα ταπεινό, σήμερα, τα λόγια του Ψαλμωδού στη συνέχεια: «Δίδαξον ημάς να μετρώμεν ούτω τας ημέρας ημών, ώστε να προσκολλώμεν τας καρδίας ημών εις την σοφίαν».

Αντίο, Ούντο …

No tags

No comments yet.

Leave a Reply

<<

>>