Προσπαθούσα ένα ολόκληρο πρωινό να επικοινωνήσω με το ελληνικό προξενείο στην πρωτεύουσα της Ευρώπης. Τα κατάφερα γύρω στις 12.00 το μεσημέρι, γιατί κανείς δεν απαντούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή! Ζήτησα από τον υπάλληλο στην άλλη άκρη της γραμμής να με ενημερώσει για τα απαραίτητα που χρειάζονταν για την ανανέωση του διαβατηρίου μου, που έληγε. Μου είπε, ότι η αίτηση για την ανανέωση γίνεται μόνο με αυτοπρόσωπη εμφάνιση του ενδιαφερομένου και μου έκλεισε ραντεβού στις 27 Απριλίου για την κατάθεση της αίτησης! «Έχουμε τριάντα ραντεβού την ημέρα και ο αρμόδιος υπάλληλος δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει υπερωρίες», μου απάντησε κοφτά, συμπληρώνοντας, ότι θα πρέπει, τελικά, να βάλει μαγνητόφωνο στο εξής, να τα επαναλαμβάνει συνεχώς για όσους σαν κι εμένα δεν καταλαβαίνουν αυτά τα … απλά πράγματα! Η ερώτησή μου ήταν όντως απλή, αν δηλαδή υπονοούσε, ότι κάπου 700-800 έλληνες των Βρυξελλών περίμεναν κάθε μήνα στην ουρά έξω από το γραφείο του κ. προξένου για ανανέωση του διαβατηρίου τους. «Ποιός μίλησε για πρόξενο;» με αποπήρε, «από τον Ιούλιο δεν υπάρχει πρόξενος εδώ και ο κ. Κ. που τον αντικαθιστά, σας είπα, ότι δεν είναι υποχρεωμένος να δουλεύει παραπάνω». Και ευρωβουλευτές ακόμα περιμένουν στη σειρά τους, με ενημέρωσε … Με όση ηρεμία μου απέμεινε του ζήτησα να με βεβαιώσει, ότι όντως μιλάω με το ελληνικό προξενείο της πρωτεύουσας της Ευρώπης και όχι με το αντίστοιχο της Λιβύης, όπου θα είχα και απέραντη κατανόηση δεδομένης της κατάστασης εκεί. «Καλά δεν βλέπετε ειδήσεις;» με ρώτησε ειρωνικά. Στον ίδιο τόνο του απάντησα, ότι δεν άκουσα τίποτα που να αφορά το διαβατήριο το δικό μου, που ήταν το θέμα μας. «Κυρά μου εδώ η Ελλάδα χάνεται, έχουμε διαλυθεί, δεν το έχετε πάρει χαμπάρι», μου απάντησε φανερά εκνευρισμένος πλέον. Με έστειλε δε στην Ελλάδα για την ανανέωση του διαβατηρίου μου! Άκουσον, άκουσον!
Ειδική περίπτωση, θα μου πείτε και το ακούω συχνά, τελευταίως. Μπορεί! Και θα το δεχόμουν μάλιστα, αν ο «τύπος» δεν μιλούσε στο όνομα του ελληνικού προξενείου των Βρυξελλών, που πώς να το κάνουμε είναι εδώ για να εξυπηρετεί τις ανάγκες των ελλήνων πολιτών στο Βέλγιο, αντιμετωπίζοντάς τους με ευθύνη, αξιοπρέπεια και ευγένεια. Αν δεν προσέβαλε τα πατριωτικά μου αισθήματα εξευτελίζοντας την πατρίδα μου σ΄ αυτόν τον βαθμό, όντας σε δημόσια θέση-βιτρίνα, πληρωμένη με χρήματα των ελλήνων φορολογουμένων. Αν δεν μου έκοβε, τέλος, την ελπίδα, αυθαίρετα και κακόβουλα, ότι υπάρχει μέλλον και ότι αυτή η μία πατρίδα μας, δεν θα βουλιάξει!
Έλεος! Βαρέθηκα πια να ακούω αυτό περί «ειδικών περιπτώσεων», για το κάθε τι που έχει σχέση με την Ελλάδα και τους έλληνες! Ντρέπομαι να με «ανέχονται» απλά οι υπόλοιποι ευρωπαίοι και να με αντιμετωπίζουν με καχυποψία, ενώ οι ίδιοι δεν είναι αθώες περιστερές. «Θρηνώ όμως και οδύρομαι», όταν τα πυρά έρχονται και εκ των έσω!
No tags
No comments yet.
Leave a Reply
<< Το νησί