Ο Έλληνας του εξωτερικού! Η Place Jourdan, στις Βρυξέλλες, έχει γίνει το καινούργιο στέκι του στο Βέλγιο. Όπως κάποτε ο σταθμός του Μονάχου στη Γερμανία τα χρόνια του ΄60 και της μαζικής μετανάστευσης από την Ελλάδα. Εκεί όπου οι παλιοί καλοσώριζαν τους άρτι αφιχθέντας κι εκείνοι τους έφερναν, σε μια σφιχτοδεμένη με σχοινιά βαλίτσα, τα νέα από την πατρίδα μαζί μ’ έναν δίσκο του Καζαντζίδη μέσα. Φτωχή η Ελλάδα και δεν μπορούσε να θρέψει τα παιδιά της, τότε! Έτυχε να γνωρίσω πολλούς από τους πρώτους αυτούς μετανάστες, οι οποίοι από την αρχή ενσωματώθηκαν στην κοινωνία που ζούσαν. Εργατικοί άνθρωποι, οικογενειάρχες πλέον με παιδιά και εγγόνια, είναι εγκατεστημένοι μόνιμα στον τόπο που τους υποδέχτηκε στη φτώχια τους και τους έδωσε την ευκαιρία να επιβιώσουν και όχι μόνο. Τα παιδιά τους σπούδασαν και πρόκοψαν στον τόπο που γεννήθηκαν και έγιναν γιατροί και δικηγόροι, καθηγητές πανεπιστημίων και καταξιωμένοι επιχειρηματίες οι περισσότεροι.
Η Place Jourdan μαζεύει κάθε βράδυ επίσης γιατρούς και δικηγόρους, μηχανικούς και άλλους πτυχιούχους, τη νέα γενιά των ελλήνων μεταναστών. Έρχονται έτοιμοι από την Ελλάδα, με τα πτυχία τους και τους τίτλους σπουδών τους προς αναζήτηση εργασίας. Η Ελλάδα αδυνατεί και πάλι να θρέψει τα παιδιά της! Βέβαια αυτή η νέα γενιά ελλήνων μεταναστών δεν έχει ζήσει τις στερήσεις και τις κακουχίες της μεταπολεμικής Ελλάδας και ως εκ τούτου φτάνει με άλλον αέρα στην χώρα. Θεωρεί κάποια πράγματα αυτονόητα, όπως τα πολλά λεφτά, που υπολογίζει να κερδίζει. Δεν υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για γνωριμία με την τοπική κοινωνία. Οι περισσότεροι, όπως οι ίδιοι λένε, περιμένουν απλά να περάσει η κρίση στην Ελλάδα και να επιστρέψουν στα γνωστά. Στην Place Jourdan, εκεί που βρίσκει κανείς τις καλύτερες τηγανιτές πατάτες του κόσμου, στoυ Antoine, πίνουν στο διπλανό μαγαζί το φραπεδάκι τους το απόγευμα και αποζημιώνονται γευστικά με μια σπιτική σπανακόπιτα και την τραγανή τυρόπιτα του μαγαζιού. Έλληνας και ο μαγαζάτορας!
Τουλάχιστον 3-4 έλληνες γιατρούς ειδικευόμενους μετράω στον κύκλο γνωστών μας και φίλων στις Βρυξέλλες και άλλους τόσους μηχανικούς. «Καταρτισμένοι και εργατικοί οι Έλληνες», ακούω από συναδέλφους τους. Επαινετικά σχόλια διαβάζω και στις εφημερίδες. Και το χαίρομαι, γιατί έτσι είναι! Ο έλληνας, που ξεκινάει σωστά, διαπρέπει στο εξωτερικό, γιατί συν τοις άλλοις του επιτρέπουν και οι συνθήκες να αναδείξει τον καλύτερο εαυτό του και να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονται για τις όποιες ιδέες του. Είναι το «σήμα κατατεθέν», χωρίς υπερβολή, μιας άλλης Ελλάδας, που σου αρέσει να την αποκαλείς πατρίδα σου! Πολυμήχανος και δουλευταράς κερδίζει την συμπάθεια και την αναγνώριση από συναδέλφους και προϊσταμένους. Γιατί αυτό το καλό το έχουν τουλάχιστον «οι ξένοι». Τον ικανό θα τον αναγνωρίσουν αμέσως αντικειμενικά και μέσα από τη δουλειά του και θα τον προωθήσουν, πέρα από συγγένειες και κουμπαριές … Ρώτησα κάποια από αυτά τα νέα παιδιά της Place Jourdan, αν έχουν σκοπό να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Μου απάντησαν οι περισσότεροι, πως είναι η επιθυμία τους, σε όποια κατάσταση και αν βρίσκεται η Ελλάδα στο μέλλον.
Το σφίξιμο, όμως, στην δική μου καρδιά μεγάλωνε, καθώς προχωρούσε η συζήτηση περί τυχόν μελλοντικού «επαναπατρισμού» τους. Όχι, γιατί δεν τους το ευχόμουν από καρδιάς, αλλά γιατί η συζήτηση με πήγαινε δεκαετίες πίσω, στους έλληνες μετανάστες του σταθμού του Μονάχου, που έφταναν με την κρυφή ελπίδα να βγάλουν γρήγορα λεφτά και να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα. Πέντε χρόνια παραμονής έβαζαν οι περισσότεροι για στόχο, στην «ξένη γη»! Οι ίδιοι όμως και τα παιδιά τους είναι ακόμη εκεί! Και είναι ευτυχισμένοι, οι περισσότεροι, έτσι όπως τα έφερε «η μοίρα», κατά που μου λέγανε κάποιοι, χωρίς να λείπει, βέβαια, ο βαθύς αναστεναγμός, αυτός του ξενιτεμού και της μετανάστευσης, στο τέλος.
Σε τελική ανάλυση και τότε και τώρα χαμένη είναι μόνο η Ελλάδα!
No tags