CAT | Blog
Όσο μικραίνουν οι μέρες στις Βρυξέλλες, τόσο πιο ενδιαφέροντα γίνονται τα βραδινά. Νυχτώνει, βλέπετε εδώ, από τις τέσσερις πλέον. Φως στο σκοτάδι, κυριολεκτικά και μεταφορικά, οι συναντήσεις σε σπίτια με φίλους και οι δημόσιες συνάξεις της ομογένειας, με την ανάλογη αφορμή κάθε φορά. Την περασμένη Τρίτη, με πρωτοβουλία του «Ελληνικού Κύκλου Βρυξελλών» είχε κληθεί από την Ελλάδα ο Συνταγματολόγος, Νίκος Αλιβιζάτος, να συζητήσει μαζί μας, όπως τόνισε, για την μετά την κρίση Ελλάδα. Ο Καθηγητής, με αφοπλιστική ειλικρίνεια και με περίσσεια ευγένεια στο τόνο της φωνής του, άπλωσε μπροστά μας όλες τις αμφιβολίες του και τους φόβους του για την Ελλάδα της κρίσης: «…έχω χάσει και εγώ βεβαιότητες μιας ολόκληρης ζωής και δεν μπορώ να εξηγήσω πώς, χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουμε, φτάσαμε ως το χείλος της αβύσσου», διάβαζα στο οπισθόφυλλο του καινούργιου του βιβλίου, «Ποιά Δημοκρατία για την Ελλάδα, μετά την κρίση;». Κι εμείς, το ακροατήριο, κρεμόμασταν από τα χείλη του και του ζητούσαμε επιμόνως να μας δώσει απάντηση, για το πόσο φταίνε και οι θεσμοί και αν είναι οι θεσμοί που πρέπει πρωτίστως να αλλάξουν στην πατρίδα μας προκειμένου να αποκατασταθούν κάποια πράγματα και να μπουν σωστά στη θέση τους, ή μήπως βαρύνει η ευθύνη και τον καθένα μας προσωπικά, στο πεδίο δράσης του.
«Σε προσωπικό επίπεδο», διάβαζα και πάλι στο οπισθόφυλλο, «η κρίση άλλαξε τον τρόπο με τον οποίον βλέπω τον εαυτό μου ως νομικό που θέλει να λέει τη γνώμη του για τα κοινά. Κατάλαβα ότι δεν αρκεί, όπως παλιά, να καταγγέλλει κανείς τα κακώς κείμενα, για να έχει τη συνείδησή του ήσυχη. Αισθάνομαι όλο και περισσότερο ότι οφείλω να υπερασπιστώ εξίσου τα ‘βασικά’ της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου».
Κατανοώ τον προβληματισμό του, κάτι θα ξέρει παραπάνω, είναι καθηγητής της Νομικής εδώ και τριάντα χρόνια, αλλά κάπως έτσι θα μιλούσαμε κι εμείς, όσοι ανησυχούμε, που βλέπουμε την Ελλάδα της κρίσης να χάνεται στον φανατισμό των πολιτικών κομμάτων και σε ατέρμονες συζητήσεις για μεγάλες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, που χωρίς αμφιβολία κάποιες είναι απόλυτα αναγκαίες τώρα, άλλες ίσως αργότερα σε πιο ήρεμες και νηφάλιες εποχές. Χωρίς την ανεργία να χτυπάει στο κόκκινο και χωρίς ίσως, την δημόσια και ιδιωτική διαφθορά που δεν λέει να σταματήσει. Τι ωφελεί να αλλάξει το περιτύλιγμα μόνο, αν το περιεχόμενο μείνει το ίδιο; Αν η εμπιστοσύνη των πολιτών στους πολιτικούς δεν αποκατασταθεί; Αν ποτέ αποκατασταθεί …
Πάντως, όπως γράφει και ο κ. Αλιβιζάτος στις πρώτες σελίδες του βιβλίου του, «Την ανάκαμψη δεν θα την φέρουν φθαρμένα, αλλά φρέσκα μυαλά»! Μυαλά που θα έχουν και τα κότσια να μην υποτάσσονται στους όποιους άνωθεν εκβιασμούς, θα πρόσθετα. Είναι πρωτίστως θέμα συνείδησης και παιδείας δηλαδή, προσωπικά του καθενός και αλλαγής νοοτροπίας στη συμβολή του στο πολιτικό γίγνεσθαι και στην πορεία του, ως άτομο, στην κοινωνία και με γνώμονα το κοινό καλό. Αυτό ήταν και το καταστάλαγμα της συζήτησης, την περασμένη εβδομάδα στις Βρυξέλλες.
No tags
Με τον Βίνσεντ φαν Χοχ, φυσικά, όπως προφέρεται το όνομά του στα ολλανδικά. Ναι, με τον γνωστό ιμπρεσιονιστή ζωγράφο στο μουσείο του, στο Άμστερνταμ! Δυο ώρες ταξίδι από τις Βρυξέλλες, μια πόλη που αγαπούσε ο ζωγράφος και έζησε ένα διάστημα, κάπου στα 1880. Έψαχνε για δουλειά και για να επιβιώσει προφανώς, πούλησε έναν πίνακά του σε γνωστή του ζωγράφο στις Βρυξέλλες. Ήταν , το «Κόκκινο Αμπέλι» (1889), το μοναδικό έργο που πούλησε ο ίδιος, όσο ζούσε. Την ίδια χρονιά ζωγράφισε τα περίφημα ηλιοτρόπια, λίγο πριν εισαχθεί στο ψυχιατρικό κέντρο του Μοναστηριού του Αγίου Παύλου, στο Σαιν Ρεμύ, στο Παρίσι.
Τον Ιανουάριο του 1890 γεννήθηκε ο ανεψιός του, παιδί του αδελφού του Τέο, τον οποίον και υπεραγαπούσε και επάνω του στηριζόταν. Στον μικρό δώσανε το όνομα Βίνσεντ και του το έγραψαν, ο αδελφός του και η νύφη του, για να χαρεί. Εκείνος ζωγράφισε – αυτό ήξερε να κάνει καλά! – τον πίνακα με τα κλαδιά ανθισμένης αμυγδαλιάς με φόντο τον γαλάζιο ουρανό και τους τον έστειλε, δώρο για την γέννηση του ανεψιού του. Τον κρέμασαν σε τιμητική θέση στο σαλόνι τους, έγραφε η ταμπελίτσα δίπλα καθώς και ένα απόσπασμα από το συνοδευτικό γράμμα, όπου ο μεγάλος Βίνσεντ αναφερόταν στην ελπίδα και στη χαρά που σηματοδοτούσε η γέννηση του παιδιού, του μικρού Βίνσεντ. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου, ο μεγάλος ζωγράφος, θα έφευγε από την ζωή.
Στάθηκα πολύ ώρα μπροστά σ’ αυτόν τον υπέροχο πίνακα, στο Μουσείο van Gogh, στο Άμστερνταμ και φανταζόμουν με πόσο κέφι, χαρά και αγάπη για την οικογένεια του αδερφού του, θα τον ζωγράφιζε. Δεν είχα παρά μόνο εκείνο το βροχερό απόγευμα της Κυριακής για να επισκεφτώ το μουσείο και το διέθεσα ολόκληρο. Τα κλωνάρια της ανθισμένης αμυγδαλιάς, με το μεγάλο και ελπιδοφόρο μήνυμα, με αποζημίωσαν και με το παραπάνω. Έκλεισα τα μάτια φεύγοντας και τα πήρα μαζί μου …
Στη διπλανή αίθουσα ένας άλλος πίνακας τράβηξε την προσοχή μου: «Ανοιχτή Βίβλος, σβησμένο κερί και μυθιστόρημα» (1885) έγραφε στο πλάι. Σκοτεινά τα χρώματα εδώ. Η Βίβλος του πάστορα πατέρα του πρωτοστατούσε στον πίνακα, ανοιχτή και σχεδόν άθικτη, σε αντίθεση με το βιβλίο του Εμίλ Ζολά «La joie de vivre» (Η χαρά του να ζεις), που ήταν κλειστό μεν αλλά χιλιοδιαβασμένο και με μισοσχισμένο το εξώφυλλο. Το σβησμένο κερί έδειχνε τον θάνατο, που χτύπησε το σπιτικό τους. Μόλις είχε πεθάνει ο πατέρας του. Ταλαίπωρη ψυχή ο Βίνσεντ, πάλευαν μέσα του χίλιες-δυο δυνάμεις και εκείνος το απόσταγμα της μάχης το έκανε χρώματα και σκέψεις αποτυπωμένες στον καμβά.
Κάπου σ’ ένα διάδρομο του Μουσείου διάβασα ένα απόσπασμα από τα πολλά που είχε γράψει, κυρίως, στον αδελφό του:
«Χρειάζεται κανείς να αγαπάει όσο του είναι δυνατόν, γιατί στην αγάπη βρίσκεται η πραγματική δύναμη και εκείνος που αγαπάει πολύ, κατορθώνει μεγάλα πράγματα και είναι ικανός για μεγάλα έργα, και ό,τι γίνεται από αγάπη είναι πάντα καλά καμωμένο».
Δεν είχε μια εύκολη ζωή ο μεγάλος Βίνσεντ και ταλαιπωρήθηκε πολύ, αλλά είχε μια μεγάλη καρδιά. Ήταν καμωμένος, σαν να λέμε, για μεγάλα έργα, απ’ αυτά που μένουν!
No tags
Ξαφνιάστηκα λίγο, για να πω και την αλήθεια μου, καθώς αντίκρισα, πίσω από τη γυάλινη προθήκη τον ψευδόστομο αμφορέα, που μόλις λίγους μήνες πριν, είχα θαυμάσει στις Βρυξέλλες. «Εδώ είναι η πατρίδα του, η Σκύρος», με πληροφόρησε ο λαλίστατος φύλακας του Αρχαιολογικού Μουσείου της Χώρας. Ήταν δανεισμένο «πεσκέσι» του νησιού, στις Βρυξέλλες, συνέχισε, για την έκθεση-διαδρομή του ελληνισμού ανά τους αιώνες, προς τιμήν της Ελληνικής Προεδρίας στην Ευρωπαϊκή ‘Ενωση, το πρώτο εξάμηνο του 2014. Από τη μια μεριά του αμφορέα, το καράβι, μαύρο και χωρίς πανιά, πένθιμο, θα έλεγα. Ο ίδιος ο θάνατος, συμπλήρωσε ο φύλακας, λες και διάβαζε τις σκέψεις μου. Από την άλλη το χταπόδι, που με είχε εντυπωσιάσει, την πρώτη φορά που το είδα, έτσι πελώριο και απειλητικό, με απλωμένα τα πλοκάμια του. Το έστελνε ο Χάροντας και άρπαζε τους ναυτικούς πάνω από τα καράβια τους για την Άβυσσο, τον άκουσα να μουρμουρίζει πίσω μου. Τον ευχαρίστησα και προχώρησα, σε άλλες προθήκες, άλλων εποχών. Είδα το μαρμάρινο κεφαλάκι από ένα κυκλαδικό ειδώλιο, λεπτοδουλεμένους κρίκους χρυσού ενωτίου και κεραμικά της Πρώιμης Χαλκοκρατίας, ευρήματα πολύτιμα από το Παλαμάρι, που μύριζαν πολιτισμό χιλιετιών. Μικρό το μουσείο της Σκύρου για να χωρέσει όλους αυτούς τους θησαυρούς, που βρέθηκαν στο νησί. Μια γεύση παίρνει κανείς, αρκετή όμως, για να κάνει το αίμα να τρέχει πιο γρήγορα στις φλέβες, από ελληνική περηφάνια και αιγαιοπελαγίτικη ομορφιά.
Στη Σκύρο, λένε, κρύφτηκε ο Αχιλλέας ντυμένος κοριτσίστικα, θέλοντας να αποφύγει τη στράτευση για τον Τρωικό πόλεμο. Εδώ έχασε τη ζωή του ο βασιλιάς της Αθήνας, Θησέας, όταν ο συγγενής του Λυκομήδης, βασιλιάς της Σκύρου, τον ανέβασε στο ψηλό το κάστρο για να του δείξει, τάχα, τους οικογενειακούς τους αμπελώνες, που απλώνονταν μέχρι τη θάλασσα. Μια «συγγενική» σπρωξιά από κει ψηλά και έφυγε άδοξα ο νικητής του Μινώταυρου.
Συνάντησα τη Σκύρο του σήμερα, στην κρύα, από τη δροσιά της νύχτας, άμμο και πριν ακόμα ανατείλει καλά- καλά ο ήλιος, στον Πεύκο, στα δυτικά του νησιού, περπατώντας από άκρη σε άκρη τον κολπίσκο, κάθε πρωί, με μια θάλασσα γλυκοφιλούσα να μου χαϊδεύει τα γυμνά πόδια. Έκαναν τόπο να περάσω οι σαυρίτσες, τόσο δα μικρούλες αλλά της όλως ξεχωριστής ενδημικής οικογένειας της Σκύρου (podarcis gaigae). Στο τέλος του όρμου που άρχιζαν τα βράχια, ανακάλυψα ένα πρωί έναν μικρούλη πορφυρό αστερία, ανάμεσα στις πέτρες, στα ρηχά. Τον έσπρωξα μαλακά προς το βράχο. Την ίδια μέρα, το απόγευμα άκουσα κλάματα και φωνές από εκείνο το σημείο. Είπαν, πως ένα παιδάκι που πήγε να πάρει „κάτι“ από τα βράχια, το δάγκωσε μια σμέρνα, που είχε τη φωλιά της εκεί κοντά σε μια σχισμή του βράχου. Μάλλον τη γλύτωσε ο αστερίας!
Δεν είδα το περίφημο σκυριανό αλογάκι να καλπάζει στο φυσικό του περιβάλλον, στα νότια του νησιού. Κάθε μέρα, όμως, χάζευα για ώρες τους θαλασσοκόρακες, με την σταχτιά ράχη και τα μαύρα φτερά να κυνηγούν στην παραλία, πεταλίδες. Είδα και Μαυροπετρίτες, τα ενδημικά γεράκια, να κάνουν τους γύρους τους το απόβραδο ψηλά πάνω από το εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα. Και νωρίς ένα πρωί εκεί που καθόμουν στο μπαλκόνι και έπινα τον καφέ μου, μια μικρούλα κουκουβάγια – όλα μικρά στη Σκύρο, αλλά όμορφα και μοναδικά! – ήλθε από το διπλανό πευκοδάσος και στάθηκε σ΄ένα ξερό στύλο δίπλα μου. Γύρισε αργά το κεφάλι της, με κοίταξε με τα πελώρια μάτια της και πέταξε πάλι προς το δάσος. Ποτέ πριν δεν είχα δει κουκουβάγια από τόσο κοντά και στη φύση.
Μας περιποιήθηκε με το πολύ καλό φαγητό της η κυρία Σταματία. Αξέχαστη η σούπα με τη σκορπίνα που είχε ψαρέψει την ίδια μέρα ο κυρ-Κώστας, ο άνδρας της, όπως και η λακέρδα πλακί στο φούρνο. Ρουφήξαμε με το κιλό το αράπικο γιασεμί του κήπου της και ξεκουράσαμε τα μάτια μας από το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου επάνω στις φορτωμένες ροδιές, τις συκιές, τις δαμασκηνιές, και τις γεροδεμένες κληματαριές της αυλής. Οι πικροδάφνες έφταναν μέχρι τη θάλασσα. Μια θάλασσα ήρεμη σα λάδι και σαν κρύσταλλο καθαρή. Όχι σαν την άλλη του Βορρά, που δεν σε αφήνει να αρθρώσεις λέξη από το βουητό της. Σιμά σ΄ αυτήν εδώ λες και αφουγκραζόμουν σε κάθε της κυματάκι τους καημούς του κόσμου. Ήρεμα, ήσυχα και σιγανά. Στον ίδιο ρυθμό της έλεγα και εγώ κάθε πρωί τους δικούς μου. Μόνη αυτή και εγώ και ο Απανταχού Παρών Δημιουργός του Σύμπαντος και της αιγαιοπελαγίτικης ομορφιάς, που απλωνόταν μπροστά μου!
No tags
Η πρώτη και μοναδική φορά που πήγα στον Μακραϊνικόλα ήταν πριν πολλά-πολλά χρόνια. Το εκκλησάκι είναι χτισμένο επάνω σε έναν ψηλό βράχο στα βόρεια παράλια του Κορινθιακού Κόλπου εκεί που το βάθος του φτάνει τα 900 μέτρα. Μόνο με καΐκι μπορεί να πάει κανείς και αυτό αν δεν φυσάει ο Μαΐστρος. Ασκήτευε παλιά εκεί ένας καλόγερος, λένε, με το όνομα Γαβριήλ, που είχε έρθει αμούστακο παιδί από την Μικρασία και ρίζωσε εκεί στο βράχο και έφτιαξε αποκούμπια για τους ψαράδες και αλυκές να προμηθεύονται οι ντόπιοι το αλάτι. Δεν τον γνώρισα η ίδια αλλά από μικρή άκουγα τους μεγαλύτερους στον τόπο μου να μιλούν ευλαβικά και με αγάπη για το πρόσωπό του. Με τη σειρά μας διηγούμασταν στα δικά μας παιδιά, η αδελφή μου κι εγώ, την περιπέτειά μας, τότε. Για το πώς σωθήκαμε, όταν στην επιστροφή από μια οικογενειακή εκδρομή στον Μακραϊνικόλα μας έπιασε απρόσμενα φουρτούνα στα ανοιχτά. Εμάς τα παιδιά μας κλείσανε κάτω στο αμπάρι να μη μας πάρει το κύμα! Δεν βλέπαμε «Θεού πρόσωπο»! Μόνο μια θεία μας έσκυβε το κεφάλι της κάπου-κάπου και ρωτούσε από πάνω, αν είμαστε καλά. «Φτάνουμε!», μας έλεγε, κάθε τόσο και λιγάκι, πιότερο θαρρώ για να παίρνει θάρρος η ίδια…
Λογαριάζαμε να ξαναπάμε κάποια μέρα για να δείξουμε και στα παιδιά μας αυτή την άγρια ομορφιά, να ξαναδούμε και το καμπαναριό της εκκλησούλας να αγναντεύει τη θάλασσα. Κάθε καλοκαίρι, τα βράδια στην αυλή, όλο τέτοια σχέδια κάναμε. Μας αποθάρρυνε, όμως πάντα, το καΐκι, που δεν είχαμε. Από τη στεριά ο τόπος είναι δύσβατος και δύσκολα βρίσκει κανείς το εκκλησάκι, αλλά κάποιοι τολμηροί της οικογένειας το αποφάσισαν τελικά φέτος. Δεν πήγα μαζί τους αλλά ο αγαπημένος ανεψιός γυρίζοντας αργά στο σπίτι έτρεξε να με βρει και να μου βάλει στο χέρι μια κόλλα χαρτί:
Περπατώντας στις ερημιές του Παραδείσου
ψάχνοντας τον Μακραϊνικόλα, μνήμες παλιές
σε μέρη από προγόνους πατημένα
μας υποδέχτηκε με το γέρικο και άγριο πρόσωπό του
μα με γλυκύτητα και φιλοξενία πατρική.
Οι καμπάνες χτυπούσαν πάλι πανηγυρικά
χωρίς χέρι ανθρώπου να τις κουνήσει.
Μονάχα ένας αέρας θεϊκός…
Εκεί που στέκονταν όλοι τους στον εξώστη, μου είπε, άρχισαν ξαφνικά να χτυπάνε οι καμπάνες ρυθμικά από μόνες τους, λες και ένα αόρατο χέρι τις κινούσε. Ήταν μια μαγική στιγμή, συνέχισε χωρίς να παίρνει ανάσα, που τον ενέπνευσε να γράψει αυτό που κρατούσα στα χέρια μου! Είχε ακούσει πολλές ιστορίες για τον Μακραϊνικόλα τα βράδια στην αυλή, παράξενες και αλλόκοτες, μα τούτη εδώ ήταν η δική του εμπειρία. Είχε έναν τέτοιο παλμό στη φωνή του και τόσο που έλαμπαν τα μάτια του καθώς μου τα διηγούταν, που η αδελφή μου κι εγώ κοιταχτήκαμε με νόημα.
Ήταν εξασφαλισμένα και για την επόμενη γενιά τα καλοκαιρινά βραδινά στην αυλή του πατρικού σπιτιού γεμάτα με παράξενες και όμορφες αφηγήσεις για καμπάνες που χτυπούν από μόνες τους σε ένα εξωκκλήσι χτισμένο ψηλά στο βράχο εκεί που ο αφρός της θάλασσας πασκίζει να το φτάσει και ο αέρας το διαφεντεύει…
Όμορφοι οι στίχοι σου, Κωνσταντίνε μου, όπως και η εμπειρία σου μοναδική. Κράτα την τρυφερά για να την διηγείσαι τους μεταγενέστερους, όταν εμείς οι μεγαλύτεροι θα έχουμε πια φύγει!
No tags
Αυτό είναι καλοκαίρι, όχι σαν το άλλο που άφησα πίσω… Με το γνώριμο ήχο των τζιτζικιών και τον πρωινό καφέ στο μπαλκονάκι, τις καλημέρες της γειτονιάς και το χαμόγελο των δικών και φίλων! Να μη χορταίνεις το φως και τις μυρωδιές των κήπων γύρω-γύρω. Να ξεκινάς την μέρα σου και η μόνη σου έγνοια να είναι, πώς θα κοπεί αυτό το πράγμα που το λένε καρπούζι και ζυγίζει 20 κιλά!
Να ρίχνεις μια ματιά στα υπόλοιπα των βάζων με τα γλυκά του περασμένου καλοκαιριού, που δεν φαγώθηκαν ακόμα και να μη μπορείς να αποφασίσεις πιο απ΄ όλα να διαλέξεις για το απογευματάκι με την παρέα! Το βυσσινάκι ή το συκαλάκι που πρόφτασα φέτος την Άνοιξη και έφτιαξα; Όρεξη νάχει κανείς για όσες γλυκές πρακτικές κρατάει η αντοχή του. Έρχονται φρούτα πολλά ακόμα. Το καλοκαίρι εδώ δεν έχει τελειωμό, που λέει και το τραγουδάκι!
Έφυγα και άφησα πίσω μου χαλάζι και βροχή την ώρα της απογείωσης. Και αυτό το ατέλειωτο πράσινο που σε ξεγελάει πως τάχα είναι κι εκεί καλοκαίρι! Ταξίδεψα με το μισό Βέλγιο, που θα κάνει φέτος τις διακοπές του στην Ελλάδα και από αγάπη για την χώρα μας και τους ανθρώπους της. Καμιά φορά αναρωτιέμαι αν το κάνουν τάχα από φιλοφροσύνη απέναντί μου να μου μιλούν έτσι επαινετικά για μας. Αλλά και πάλι κανείς δεν πάει να περάσει τις πιο ξένοιαστες μέρες του χρόνου του εκεί που δεν νοιώθει να είναι καλοδεχούμενος και που δεν θα του αρέσει. Άσε που οι περισσότεροι μου έλεγαν ότι έρχονται κάθε καλοκαίρι!
Λένε, ότι μας ζηλεύουν τάχα οι βόρειοι ευρωπαίοι για όλα τα καλά καλοκαιρινά που έχουμε και γι αυτό μας παιδεύουν με τα μνημόνια και κάτι άλλα, που δεν είναι όμως της στιγμής. Μπορεί βέβαια να συμβαίνει και αυτό.
Όμως κάτι μέσα μου, μου λέει, ότι όλοι αυτοί οι πενηντάρηδες και οι εξηντάρηδες χθες στο αεροπλάνο κάτι άλλο έχουν κατά νου, που τους τραβάει πάντα κατά δω. Κάποιες αναμνήσεις σε κάποιο ελληνικό νησί με μια πρώτη αγάπη, δεν το αποκλείω και εντελώς… Τότε που η επίσκεψη στην αρχαιολογική Ελλάδα ήταν «εκ των ων ουκ άνευ» για κάθε ουμανιστή τελειόφοιτο του βορρά. Ε, και τα νησιά μια δρασκελιά ήταν από τα «μαρμαρένια ερείπια»!
Γι αυτό, μάλλον, μας αγαπούν ακόμα στο βορρά και θέλουν να περνούν μαζί μας τις πιο ξένοιαστες και όμορφες μέρες του χρόνου τους. Μας συνδέουν με αναμνήσεις γλυκές της ξένοιαστης νιότης τους!
Εκτός αυτού διαθέτουμε – πώς να το κάνουμε! – και την ανάλογη αισθητική που υπαγορεύει το καλοκαίρι και που δεν την βρίσκεις σε χώρες του βορρά! Σιέστα και τα σχετικά είναι για μας εδώ. Δεν έχει τζιτζίκια ο βορράς για να σε νανουρίζουν τα μεσημέρια…
Κοντολογίς, λέω να αποτελειώσουμε σήμερα το βάζο με το βυσσινάκι, μου μοιάζει το πιο καλοκαιρινό για την περίσταση. Σας περιμένω!
No tags
Η μικρή βελγική πόλη Υπρ (ολλανδικά Ieper, γαλλικά Ypres) βρίσκεται στη Δυτική Φλάνδρα στο Βέλγιο. Μόλις μια συλλαβή πόλη και χωρίς τόνο! Ούτε που θα περνούσε από το μυαλό του επισκέπτη σήμερα ότι εδώ ακριβώς περνούσε η γραμμή του λεγόμενου Δυτικού Μετώπου κατά τον A´ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) όπου και έλαβαν μέρος οι καταστροφικότερες μάχες της εποχής, στα χαρακώματα. Εδώ χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος χημικά όπλα και αεροπλάνα, ως πολεμικά εργαλεία. Ένας 17χρονος στρατιώτης, γυμνασιόπαις, έγραφε από το μέτωπο στην αδελφή του: «… χώματα είχαν σκεπάσει τον διπλανό μου στο χαράκωμα. Ήταν πληγωμένος και τον άκουγα από κάτω που βογκούσε. Με το φτυάρι προσπαθούσα να τον ελευθερώσω… μια άλλη χειροβομβίδα έσκασε πλάι μας… δεν άκουγα τίποτα πια…» Τρεις μέρες αργότερα η μητέρα του 17χρονου στρατιώτη πήρε η ίδια ένα τελευταίο γράμμα από το μέτωπο, από τον αξιωματικό του γιού της αυτή τη φορά: «Σεβαστή Κυρία, με λύπη σας ανακοινώνω, ότι ο γιός σας… για την πατρίδα…».
Έχουν περάσει εκατό χρόνια, από τότε αλλά στο Βέλγιο ή στη Γαλλία, όταν οι μεγαλύτεροι μιλάνε για κείνη την μαύρη σελίδα της ευρωπαϊκής ιστορίας, ακόμα και σήμερα μιλάνε, για την «μεγάλη καταστροφή»! Λες και δεν ακολούθησε η λαίλαπα ενός άλλου πολέμου, πιο καταστροφικού και απάνθρωπου, μόλις λίγες δεκάδες χρόνια αργότερα, λες και δεν υπήρξε το Ολοκαύτωμα… Μάλιστα στα ίδια αυτά ευρωπαϊκά εδάφη, με τους ίδιους πρωταγωνιστές και τα εκατομμύρια θύματα εκατέρωθεν.
Με αφορμή τα εκατό χρόνια από το ξεκίνημα του A´ Παγκοσμίου Πολέμου, βρέθηκαν αυτή την εβδομάδα στο Υπρ όλοι οι ευρωπαίοι ηγέτες για να αποδώσουν φόρο τιμής στους πεσόντες ήρωες. Πλάϊ-πλάϊ, νικητές και ηττημένοι αμίλητοι και με σκοτεινό πρόσωπο! Όλοι, παιδιά και εγγόνια εκείνης και της επόμενης γενιάς, που έζησε τη φρίκη, δήλωσαν συγκλονισμένοι από το μίσος και την σκληράδα του πολέμου. Ποτέ πια τέτοια καταστροφή!
Είναι τώρα εβδομήντα χρόνια ειρηνικής συνύπαρξης στην Ευρώπη, ανάμεσα σε γειτονικούς λαούς, που στο παρελθόν αλληλοσπαράχθηκαν, σχεδόν χωρίς νόημα… Αυτό είναι και το μέγιστο επίτευγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ειρήνη στην περιοχή. Αυτό δεν μπορεί από κανέναν να αμφισβητηθεί. Νικητές και ηττημένοι μαζί, στο τραπέζι διαπραγματεύσεων και επί ίσοις όροις πλέον, να συζητούν ειρηνικά για αυτά που τους χωρίζουν, θα φάνταζε, μόλις μια γενιά πριν από τη δική μας, ουτοπία!
Και μας χωρίζουν ακόμα πολλά, τους λαούς της Ευρώπης, μεταξύ μας, αλλά παλεύονται με τον διάλογο, την καλή θέληση και την αλληλεγγύη, γιατί άλλα τόσα είναι αυτά που μας ενώνουν.
Απ΄ την άλλη, η εναλλακτική λύση, θα ήταν τα χαρακώματα και πάλι. Μπορεί στη σκέψη και στη καρδιά αυτή τη φορά… Τίποτα δεν θα είχαμε μάθει από το παρελθόν, όμως…
No tags
Πίστευα, πως θα ήταν ένα από τα συνηθισμένα μεσημεριανά γεύματα με συζήτηση, σ΄αυτό που καλούσε η Μόνιμη Αντιπροσωπεία του γερμανικού Κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, στις Βρυξέλλες. Από τη μια η ασταμάτητη βροχή όλο το πρωί και από την άλλη οι ειδήσεις στο ραδιόφωνο, ότι, λόγω της Συνάντησης Κορυφής των Επτά, όλοι οι δρόμοι στο κέντρο της πόλης θα ήταν κλειστοί, έκαναν τις μετακινήσεις προβληματικές κι εμένα να αμφιταλαντεύομαι στην απόφαση. Όμως, ομιλητής της συνάντησης ήταν έλληνας της Γερμανίας, ο καταξιωμένος σκηνοθέτης, Κώστας Παπακωστόπουλος και το θέμα του, η επικείμενη παράσταση των Ευμενίδων του Αισχύλου, στις Βρυξέλλες, από το Ελληνογερμανικό Θέατρο Κολωνίας, του οποίου είναι και ο καλλιτεχνικός διευθυντής. Ήταν πλέον θέμα εθνικό!
Eδώ που τα λέμε θα έχανα, αν είχαν νικήσει οι Επτά και η βροχή! Και για έναν ακόμη λόγο: Δυο νέοι έλληνες καλλιτέχνες της Διασποράς, η Αρετή Προσήλια στο πιάνο και ο Δήμος Βουγιούκας στο ακορντεόν, πλαισίωναν άριστα, με τα μουσικά κομμάτια που είχαν διαλέξει, την εκδήλωση. Το αυτί μου έπιανε του κόσμου τα επαινετικά λόγια, τόσο για τη μουσική όσο και για την ομιλία, που έγινε σε άπταιστα γερμανικά. Θαρρώ πως ήμουν η μόνη ελληνίδα ανάμεσα στο αυστηρά γερμανικό ακροατήριο. Σήκωσα έτσι μόνη μου την περηφάνια της ελληνικής καταγωγής μας, για τα όσα ακούστηκαν!
Η συζήτηση με τον σκηνοθέτη, στο τέλος, ήταν απόλαυση. Γιατί να μη διδάσκονται και να μη συζητούνται στα σχολεία έργα, όπως αυτό του Αισχύλου, ήταν η απορία του, που έγινε και δική μου. Δεν είναι στο μέλημά του να παρουσιάζει απλά μια αρχαία τραγωδία, είπε, αλλά να μεταφέρει το μήνυμά της στο σήμερα, στο χώρο που ζούμε, τον ευρωπαϊκό.
Οι αρχαίες Ερινύες, που μάτωναν την ψυχή του μητροκτόνου Ορέστη και δεν τον άφηναν να ησυχάσει, μεταλλάχτηκαν σε Ευμενίδες, μετά την προσφυγή του στην Αθήνα και την αθωωτική απόφαση, που έλαβε εκεί. Το Άργος και οι Δελφοί είχαν αποφασίσει τη θανατική ποινή για το μεγάλο του κρίμα. Η Αθήνα, όμως, άφησε τους πολίτες της να αποφασίσουν, όπως ακριβώς και ο Κώστας Παπακωστόπουλος αφήνει στο τέλος, τους θεατές να δικάσουν. Η συλλογική αθωωτική απόφαση των Αθηναίων Πολιτών ήταν λυτρωτική για τον Ορέστη τότε. Η Τυραννία έδυε και στην ανατολή αχνοφεγγόταν ήδη το νέο πολίτευμα, η Δημοκρατία. Οι αυθαίρετες ανθρώπινες αποφάσεις του ενός ανδρός έδιναν την θέση τους, στους νόμους του Δήμου. Η απολυταρχική κοινωνία μεταλλασσόταν σε μια ευνομούμενη Πολιτεία. Το έργο γράφτηκε εκεί στα 458 π.Χ. και είναι η απαρχή της ιδέας του Κράτους Δικαίου στο χώρο της σημερινής Ευρώπης αλλά και σε ολόκληρο τον Δυτικό Πολιτισμό! Πόσοι το γνωρίζουν αυτό;
Το μήνυμα; Όχι πια εκδίκηση! Όχι στεγνή καταδίκη! Όχι στον νόμο του «οφθαλμός αντί οφθαλμού»! Για να πάψουν οι τύψεις συνείδησης και να αρθεί το αδιέξοδο. Να δοθεί η ευκαιρία στον «κατηγορούμενο» να απολογηθεί. Να αρχίσουν να ισχύουν νόμοι, που δεν εξαλείφουν, βεβαίως, το έγκλημα, αλλά προκρίνουν την ευμένεια! Να ανασάνει η ψυχή γιατί ανοίγει ο δρόμος του ελέους!
Αλλά, τι από όλα αυτά μπορεί να αντιληφθεί ο σημερινός άνθρωπος, με το παραφουσκωμένο Εγώ του, αναρωτήθηκε στο τέλος ο ομιλητής. Για άλλα αναλώνεται, για άλλα ζει και αγωνίζεται σήμερα ο μέσος ευρωπαίος.
Μήπως κινδυνεύει η Ευρώπη;
No tags
Στις 25 Μαϊου 2014 θα εκλεγούν οι αντιπρόσωποι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τα 28 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για να την οδηγήσουν κατά ένα μεγάλο μέρος και για τα επόμενα πέντε χρόνια στις πολιτικές της. Από αυτές τις εκλογές εξαρτάται τόσο η δημόσια εικόνα της Ευρώπης, όσο και η επιρροή της στον διεθνή χώρο. Για πολλά και σημαντικά θέματα, που αφορούν όλους τους πολίτες, οι αποφάσεις λαμβάνονται στις Βρυξέλλες, μέσω και των αντιπροσώπων της κάθε χώρας και αυτό είναι λίγοι που το συνειδητοποιούν.
Για πρώτη φορά θα εκλεγεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το πρόσωπο που θα αναλάβει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όσοι μπόρεσαν να παρακολουθήσουν την τηλεμαχία (debate), την Πέμπτη το βράδυ, την πρώτη με συμμετοχή όλων των υποψηφίων, τον είδαν ήδη τον νέο πρόεδρο!
Είναι μόδα να λέει κανείς ότι είναι εναντίον της Ευρώπης, αλλά το βράδυ της Πέμπτης δεν ακούστηκε από κανέναν υποψήφιο κάτι τέτοιο, όσο και αν η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση αλλά και οι ευαίσθητες πολιτικές ισορροπίες σε πολλά κράτη μέλη έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Οι πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζει η ΕΕ τα τελευταία χρόνια έχουν θύματα κυρίως χώρες, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, οι νέοι αυτών των χωρών, το μέλλον τους, να μη βρίσκουν δουλειά στον τόπο τους και να ξενητεύονται προς τον βορρά. Δεν άκουσα, όμως, κανέναν υποψήφιο να πει, «έξω από το ευρώ»! Μεγάλο το κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος, όταν μάλιστα δεν έχεις και σχέδιο για την επόμενη μέρα.
Την Πέμπτη το βράδυ, όλοι τους, άλλος βαριεστημένα και άλλος πιο ενεργητικά, διαβεβαίωσαν, ότι, αν εκλεγούν στη θέση του προέδρου, θα παλέψουν για μια Ευρώπη των ίσων ευκαιριών, της δημιουργίας θέσεων εργασίας για τους νέους και γενικά για μια άλλη Ευρώπη, την Ευρώπη του μέλλοντος. Ίδωμεν!
Στο τέλος έδειξαν στην τηλεοπτική κάμερα ένα φύλλο χαρτί, που κρατούσε ο καθένας και έγραφε, «Bring back our girls» (φέρτε πίσω τα κορίτσια μας), δείχνοντας έτσι την συμπαράστασή τους στις κάπου 230 μαθήτριες από τη Νιγηρία που εδώ και βδομάδες έχουν απαχθεί και κρατούνται όμηροι στα χέρια ισλαμιστικής οργάνωσης. Δεν έχει γίνει ευρέως γνωστό, αλλά οι μαθήτριες ανήκουν σε χριστιανικές κοινότητες στη χώρα τους. Πάλι η θρησκεία, ως αφορμή διενέξεων;
Ένας από τους στόχους του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με την αυξημένη αρμοδιότητα που του παρέχει η Συνθήκη της Λισαβόνας, είναι να συμβάλει και στην προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στον ευρωπαϊκό χώρο αλλά και παγκοσμίως. Να μπορεί, με κάθε πολιτικό ή άλλο μέσο που διαθέτει να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στην επίλυση και θρησκευτικών διαφορών, όπως στη Νιγηρία, πριν είναι πολύ αργά! Η προστασία των χριστιανών σε ισλαμικές χώρες είναι με τον πλέον επίσημο τρόπο, στις προτεραιότητες της ΕΕ.
Κάποιοι, ίσως, σκεφτούν, ότι δεν τους αφορούν όλα αυτά γιατί δεν ανήκουν στα άμεσα καθημερινά τους προβλήματα και στα οικονομικά αδιέξοδα που οι περισσότεροι βρίσκονται. Γιατί να ψηφίσουν λοιπόν στις ευρωεκλογές, αν τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει για τους ίδιους; Η Νιγηρία βρίσκεται μακρυά και τα δικά τους παιδιά σε ασφάλεια κοντά τους …
Σίγουρα, με το νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν θα λυθούν όλα τα προβλήματα της κάθε χώρας, πόσο μάλλον τα προσωπικά του καθενός. Αλλά δίνεται η ευκαιρία στον κάθε ευρωπαίο πολίτη να αποφασίσει με την ψήφο του, με όσο βάρος του αντιστοιχεί, τι είναι σημαντικό γι΄αυτόν και ποιά πορεία πρέπει η Ευρώπη, δηλαδή το σπίτι του, να ακολουθήσει για τα επόμενα πέντε χρόνια, κάνοντας έτσι το καθήκον του, ως πολίτης. Τίποτα παραπάνω! Με κριτικό πνεύμα, βέβαια …
No tags
Να περπατάς στους ίδιους δρόμους, που περπάτησες παιδί! Να βλέπεις την πασχαλιά στο περιβόλι σου να ανθίζει και πάλι. Να σε ξυπνάει η καμπάνα της εκκλησίας του χωριού και να χαμογελάς καθώς θυμάσαι ότι στην τρίτη καμπάνα έπρεπε, σε αλλοτινούς καιρούς, να είσαι ήδη μέσα στην εκκλησία και δίπλα στο στασίδι της γιαγιάς που είχε πάει, χτυπώντας η πρώτη. Να βγαίνεις από το σπίτι σου και να μη χορταίνεις να λες, καλημέρες σε γείτονες και φίλους. Να σε πνίγει η νοσταλγία για παλιές και αγαπημένες μορφές, που έφυγαν και να χαίρεσαι τις αγκαλιές που μοιράζεσαι ακόμα με το σήμερα.
«Συ, ο των πάντων Θεός», ανέβηκε με ευγνωμοσύνη από την καρδιά μου, ανάμεσα στα άλλα εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής που σιγοψιθύρισα. Επισκέφτηκα την ίδια μέρα με την γειτόνισσα και φίλη, που είχε χάσει πρόσφατα τη μητέρα της, το κοιμητήριο του χωριού για να αποχαιρετίσω όσους στην απουσία μου έφυγαν. Μου φάνηκαν πολλοί αυτή τη φορά και μαζί τους ο ο θείος Λάμπρος, αδελφός του πατέρα μου, ο τελευταίος μου θείος …
Και γύρω η φύση να μοσχοβολά και τα χελιδόνια να σχίζουν τον γαλάζιο ουρανό, ξημερώνοντας το Μέγα Σάββατο. Η προσδοκία της Ανάστασης δεν είχε πλέον γυρισμό! Χριστός Ανέστη!
Το Πάσχα στο χωριό μου το γιορτάζουμε όλη η γειτονιά μαζί, μέχρι αργά το μεσημέρι που θα πάει ο καθένας στο σπίτι του να αποτελειώσει με τους δικούς του και τους απαραίτητους φιλοξενούμενους, τον οβελία. Έντεκα αρνιά είχαμε φέτος στο «λάκκο», έτσι λέμε το ορισμένο μέρος κάθε γειτονιάς που ψήνονται τα αρνιά και γύρω-γύρω όλη η γειτονιά, να συζητάει και να χαριτολογεί. Έχει και αυτό τη σημασία του. Άκουγα τη γιαγιά μου, παλιά να λέει: «Είμαστε απ’ τον ίδιο λάκκο, κάνουμε Πάσχα μαζί!», θεωρώντας αδιανόητο να πει ή να κάνει κάτι που θα έβλαπτε μια γειτόνισσά της. Οι νεώτερες ηλικίες έδωσαν δυναμικά το παρόν, φέτος, στη διαδικασία του ψησίματος. Καμιά εικοσαριά μέτρησα πρόχειρα, παιδιά μας και εγγόνια. Το μέλλον μας!
Στο καφενείο του χωριού, την επομένη, έτυχε να βρεθώ σε συζήτηση με θέμα αυτό ακριβώς το μέλλον, το μέλλον των παιδιών μας, το μέλλον της χώρας μας. Είδα την αγωνία στα μάτια πολλών και την απογοήτευση. Είδα ανθρώπους χωρίς ελπίδα μια μέρα μετά την Ανάσταση και το θεώρησα αβάσταχτο και ασήκωτο. Με ταρακούνησαν οι συζητήσεις με τους νέους ιδιαίτερα, που έφταναν να πιστεύουν, πως δεν υπάρχει πια ελπίδα γι αυτούς. Η ανεργία ανάμεσά τους, από καιρό, στο κόκκινο. Μούλεγαν, ότι ό,τι ήταν καλό πέρασε ανεπιστρεπτί. Ίσως και να τους τα λέμε οι μεγαλύτεροι έτσι. Ίσως και να χανόμαστε στη νοσταλγία σε συζητήσεις μαζί τους για μια άλλη εποχή, που όμως αποδείχτηκε φτιαχτή και κάλπικη! Πολλοί ήταν οι βολεμένοι της γενιάς μας με μόνη τους έγνοια, τι θα δείξουν στους άλλους και πώς θα καλοπεράσουν οι ίδιοι. Και οι υπόλοιποι τα ανεχτήκαμε όλα αυτά και για χρόνια …
Και γιορτάσαμε το Πάσχα λέγοντας, «Χριστός Ανέστη!» και μας απάντησαν φίλοι και γνωστοί, αυθόρμητα, «Αληθώς Ανέστη ο Κύριος!». Όποιος, όμως το λέει οφείλει, θαρρώ, να εφαρμόσει το θαύμα αυτό της Ανάστασης και στη δική του, προσωπική ζωή. Να το ζήσει αληθινά και πέρα από αμφιβολίες, μεμψιμοιρίες και απογοητεύσεις. Όσοι γιορτάζουμε έτσι την Ανάσταση το κάνουμε με τη βεβαιότητα ότι η ελπίδα δεν χάθηκε, γιατί αυτή η ίδια η Ανάσταση φέρνει την Ελπίδα. Για την «ζωή του μέλλοντος», πρωτίστως, αλλά και για το σήμερα, το παρόν της βιοπάλης!
No tags
Ήταν αργά το βράδυ, όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Αμέσως το μυαλό πήγε σε αγαπημένα πρόσωπα, που είναι μακριά και η καρδιά φτερούγησε. Για καλό ή για κακό; Τέτοια ώρα μόνο «δικοί» σου άνθρωποι σηκώνουν το ακουστικό για να σε πάρουν.
«Θα είμαστε με τη σύζυγό μου στις Βρυξέλλες, μεθαύριο και θα θέλαμε πολύ να σας δούμε», άκουσα από την άλλη άκρη της γραμμής σε άπταιστα ελληνικά. Tους κάλεσα για φαγητό το ίδιο βράδυ, με σπανακόπιτα που ήξερα πως τους αρέσει και πολύ διάθεση για συζήτηση. Δεν θα μπορούσαν οι αρμόδιοι της Ελληνικής Προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να διαλέξουν καλύτερο ξένο ομιλητή, στο πλαίσιο της Έκθεσης „Nautilus“, που παρουσιάζεται αυτόν τον καιρό στο BOZAR των Βρυξελλών, από τον παλιό καθηγητή Αρχαιολογίας της Οξφόρδης, David Blackman!
Παρεμπιπτόντως, μια έκθεση εξαιρετική, που έχει αποσπάσει τον θαυμασμό όλων, όσων την επισκέφτηκαν. 100 και πλέον αρχαιολογικά ευρήματα, πολλά από τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά εκτός Ελλάδος, παίρνουν μαζί τους τον επισκέπτη και τον πλοηγούν στο διάβα των αιώνων της ιστορίας της Ελλάδας, από την Κυκλαδική (3000 π.Χ) μέχρι και την Ελληνορωμαϊκή Εποχή (200 μ.Χ.). Ελλάδα και Μεσόγειος, δυο λέξεις, που λεν το ίδιο, θαρρείς …
Μεταξύ «τυρού και αχλαδιού», λοιπόν, ακούγαμε τον Αρχαιολόγο να μας μιλάει με ενθουσιασμό, στη γλώσσα μας, για την Έκθεση και γι’ αυτή τη χώρα που για μας είναι η Πατρίδα μας. Δεν παρέλειψε, ωστόσο, να μας εκφράσει και την ανησυχία του για τις τυχόν αποφάσεις των κυβερνώντων να θυσιάσουν, στο βωμό της Κρουαζιέρας, όπως τόνισε, το αρχαίο λιμάνι και την πόλη της Αίγινας! Δεν θα το χωρούσε ο νους του κάτι τέτοιο!
Ο παλιός καλός μας γείτονας, δεν άλλαξε καθόλου μα καθόλου, σκεφτόμουν καθώς τον άκουγα να μιλάει. Όταν πριν πολλά χρόνια μετακομίσαμε στις Βρυξέλλες, το ίδιο βράδυ τότε και πριν καλά-καλά φύγει το φορτηγό που μετέφερε τα πράγματά μας, χτύπησε την πόρτα μας, μας συστήθηκε, ως ο «άγγλος» γείτονάς μας και μας κάλεσε για φαγητό γνωριμίας. Δεν ήξεραν ότι είμαστε έλληνες και πού να το φανταστώ τότε ότι ο ευγενικός κύριος που στεκόταν μπροστά στην πόρτα μας μιλούσε άπταιστα ελληνικά. Κάτι είπα στο σύζυγό μου στα ελληνικά, τη «μυστική» μας προς τους έξω γλώσσα και ο «άγγλος γείτονας» όρμησε μέσα στο σπίτι, αφήνοντας κατά μέρος τύπους και αγγλικά φλέγματα, μας αγκάλιασε και τους δύο φωνάζοντας, «ώστε είστε έλληνες;» Αξέχαστες στιγμές σε ξένους τόπους! Όπως και αξέχαστο το πρώτο βράδυ στο σπίτι τους, ανάμεσα στα πολλά και εκείνο το, «πολλάκις», της γυναίκας του, της υπέροχης Anne, σαν απάντηση όταν την ρώτησα, αν βρέχει στις Βρυξέλλες συχνά. Μιλούσε μόνο αρχαία ελληνικά, αρχαιολόγος και η ίδια.
Όταν έφυγαν από τις Βρυξέλλες για την Αθήνα, όπου ανέλαβε Διευθυντής της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής, οι ελληνικές εφημερίδες έγραφαν σε ολοσέλιδα, «ο Αρχαιολόγος ξαναγύρισε!». Μας καλούσαν να τους επισκεφτούμε σε κάθε μας ταξίδι στην Αθήνα. Και το κάναμε με χαρά πάντα. Στην πρώτη επίσκεψη μας ξενάγησαν στο σπίτι διαμονής τους, που υπήρξε η πρώτη και μοναδική κατοικία του Ελευθερίου Βενιζέλου στην Αθήνα πριν φύγει εξόριστος για το Παρίσι. Μετά τον θάνατό του αγοράστηκε από το Βρετανικό Κράτος και στεγάζει μέχρι σήμερα την βρετανική πρεσβευτική κατοικία στην Αθήνα. Ιστορία, μνήμες, άνθρωποι …
Διάβαζα σήμερα, Κυριακή, σε πρωτοσέλιδα ελληνικών εφημερίδων, ότι η Ελλάδα ξαναγύρισε στην Ευρώπη. Μα είχε φύγει; αναρωτήθηκα. Μόνο αν τον διώξουν κάποιον, φεύγει από το σπίτι του …
Αλλά, από την άλλη, όσο η Ελλάδα ζει στις καρδιές των ευρωπαίων φίλων της και έχει πολλούς, πάρα πολλούς εδώ έξω, σαν τον Ναυτίλο θα ταξιδεύει στις θάλασσες της ιστορίας, παλιάς και αυτής που συνεχίζει να γράφεται!
Και ένα τελευταίο: Συχωρέστε μου τον πατριωτικό οίστρο, μου τον επιβάλει ο ναυτίλος, αυτό το πανέμορφο και παράξενο θαλασσινό όστρακο, που κρατώ αυτή τη στιγμή στα χέρια μου!
No tags