Archive for April 12th, 2020
«Δεν αντέχω και δεν το βρίσκω σωστό να μου πειράζουν τα δικαιώματά μου, ως ελεύθερος χριστιανός πολίτης …», «… ως ελεύθερος πολίτης σε μια Δημοκρατία δεν παραιτούμαι τόσο εύκολα από τα δικαιώματά μου», «έλεος πιά με τους άθεους που θέλουν να μας κλείσουν τις εκκλησίες μας …» είναι κάποιες από τις αναφορές που διάβαζα τις τελευταίες μέρες στον ελληνικό τύπο με αφορμή την ανακοίνωση της κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας για την επιβολή του μέτρου της προσωρινής απαγόρευσης της τελετής κάθε είδους λειτουργιών και ιεροπραξιών στους θρησκευτικούς χώρους λατρείας, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Είναι αδιανόητο για τους χριστιανούς, να μη μπορούν να πάνε στην εκκλησία τους, ιδιαίτερα αυτές τις μέρες του Πάσχα, για να λατρεύσουν τον Θεό.
Τα αντίστοιχα κρατικά μέτρα βέβαια που ανακοινώθηκαν στη χώρα μας λαμβάνονται το ίδιο δραστικά και σ΄όλον τον υπόλοιπο κόσμο. Κάποια θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα περιορίζονται διεθνώς αυτή τη στιγμή, όπως αυτό της Θρησκευτικής Ελευθερίας και ιδιαίτερα στην δημόσια και συλλογική εκδήλωσή της. Ζούμε όμως εν μέσω μιας πανδημίας που έχει πλήξει ολόκληρο τον πλανήτη, προκαλώντας τεράστιες ζημιές σε κάθε επίπεδο και με άδηλο ακόμη το τέλος της.
Ας δούμε λοιπόν την Θρησκευτική Ελευθερία, ως θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, αλλά από την διεθνή σκοπιά διεκδίκησης και προστασίας του. Πολλά είναι τα συμβατικά κείμενα που ισχύουν σήμερα, με ποικίλη ονομασία (συμβάσεις, συνθήκες, πρωτόκολλα, κλπ.), τα οποία αναφέρονται σ΄αυτό το δικαίωμα και διαμορφώθηκαν έπειτα από μακροχρόνια επεξεργασία στα αρμόδια διεθνή όργανα. Οι διεθνείς αυτοί κανόνες προνοούν μεν για την αναγνώριση του δικαιώματος της Θρησκευτικής Ελευθερίας, αλλά για την πλήρη εφαρμογή και προστασία της χρειάζεται και η συνδρομή των εθνικών κρατικών οργάνων, αφού αυτοί οι κανόνες εντάσσονται στη χώρα μας για παράδειγμα (Άρθ. 28, παρ. 1 του Συντάγματος), στο εσωτερικό δίκαιο του κράτους.
Ας θεωρήσουμε επί του προκειμένου δύο διεθνή κείμενα, το άρθρο 18 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (1948), και το επίσης άρθρο 18 του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων (1966), τα οποία η χώρα μας έχει υπογράψει και επικυρώσει. Το παγκόσμιο πολιτικό κύρος και των δύο είναι αδιαμφισβήτητο. Όλα τα συμβαλλόμενα κράτη οφείλουν να τηρούν αυστηρά τους κανόνες αυτούς.
Και τα δύο άρθρα αναφέρονται στην Θρησκευτική Ελευθερία ορίζοντάς την, ως την ενδόμυχη αντίληψη καθενός περί ηθικής, υπονοώντας παράλληλα την ελευθερία διατήρησης, επιλογής και εκδήλωσης της θρησκείας ή της πεποίθησης κατ΄ιδίαν και από κοινού. Η δημόσια εκδήλωση πραγματοποιείται με λατρεία, τελετή και διδασκαλία. Οι ελευθερίες αυτές είναι απόλυτες, όπως μας τόνιζαν όλοι οι νομικοί μας δάσκαλοι στα αμφιθέατρα, προσθέτοντας αυτάρεσκα ένα, «πλην…», στο τέλος της σκέψης τους. Μόνο στη δημόσια εκδήλωση της θρησκείας επιτρέπονται περιορισμοί, όταν αυτοί είναι απαραίτητοι για λόγους προστασίας της δημόσιας ασφάλειας, τάξεως, ηθικής ή των ελευθεριών και βασικών δικαιωμάτων του πλησίον (Άρθο 18 παρ. 3 του Συμφώνου).
Είναι γνωστό ότι, όλα τα νομικά κείμενα περιέχουν ρήτρες που επιτρέπουν στα συμβαλλόμενα κράτη, σε εξαιρετικές περιστάσεις όπως, όταν απειλείται ή υπάρχει κίνδυνος σοβαρός για την ασφάλεια του έθνους, να θεσπίζουν δια νόμου την προσωρινή αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως στην προκειμένη περίπτωση της ελεύθερης και από κοινού εκδήλωσης της θρησκείας των πολιτών. Ως κριτήριο λειτουργεί η αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή πρέπει πάντα να υπάρχει αναλογία μεταξύ των λαμβανομένων περιοριστικών μέτρων και των συγκεκριμένων εξαιρετικών περιστάσεων που επιβάλλουν την λήψη τους, στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Επομένως, από τη σκοπιά του Διεθνούς Δικαίου, επιτρέπεται στις κυβερνήσεις των κρατών να επιβάλουν δια νόμου περιορισμούς σε θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα, όπως είναι και αυτό της δημόσιας συλλογικής έκφρασης της Θρησκευτικής Ελευθερίας, όταν είναι να διαφυλαχθεί το υπέρτατο αγαθό της ανθρώπινης ζωής και της δημόσιας υγείας. Και τα δύο αυτά αγαθά οφείλουν να είναι το ζητούμενο σήμερα στην μάχη κατά του κορωνοϊού που εξαπλώνεται με τρομακτικό ρυθμό γύρω μας και χωρίς διάκριση, περιορίζοντας προσωρινά και χωρίς να καταργούν το «απόλυτο» θεμελιώδες δικαίωμα της Θρησκευτικής Ελευθερίας. Σ΄αυτή την εξαιρετικά δύσκολη περίπτωση οφείλουν οι πολίτες να συμμορφώνονται με τις επιταγές της πολιτείας για την προσωρινή απαγόρευση της τελετής κάθε είδους λειτουργιών και ιεροπραξιών στους θρησκευτικούς χώρους λατρείας όχι μόνο για το δικό τους καλό αλλά και, ως χριστιανοί, για έναν λόγο παραπάνω: από αγάπη για τον συνάνθρωπο, την δεύτερη μεγάλη εντολή του Χριστού, που όμως είναι αλληλένδετη με την πρώτη:
Διδάσκαλε, ποία εντολή μεγάλη εν τω νόμω; Ο δε έφη αυτώ, αγαπήσεις κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου, αύτη εστίν η μεγάλη και πρώτη εντολή. Δευτέρα ομοία αυτή, αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Εν ταύταις ταις δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος κρέμαται και οι προφήτες.
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο 22: 37-40
No tags