«Αχ, γράψε κάτι ελαφρύ, έχουμε πανικοβληθεί, δεν αντέχεται η μοναξιά και με βαριές τις ειδήσεις από πάνω…», μου έλεγε η καλή μου φίλη στο τηλέφωνο. Κλείσαμε και έπεσα σε περισυλλογή, γιατί αυτά που συζητούσαμε κάθε άλλο παρά ελαφρά ήταν. Η σοβαρότητα της κατάστασης, με τον κορωνοϊό να παρελαύνει ακάθεκτος σε κάθε γωνιά της γης, μας έχει απομονώσει στο σπίτι και ο καθένας την παλεύει την καθημερινότητα με τον τρόπο του.
Ένας καλός φίλος μού έστειλε διαδικτυακά τα «κορονο-κούλουρα», με μπόλικο σουσάμι από πάνω, που ήταν έτοιμος να τα φουρνίσει στον φούρνο της κουζίνας τους. Μια άλλη φίλη έστειλε φωτογραφία με το φρεσκο-ψημένο καρβελάκι ψωμί, προτείνοντας να φαγωθεί αμέσως με βούτυρο και σπιτική μαρμελάδα βερίκοκο! Αχ καλή μου, και είναι από τις αγαπημένες μου! Μια τρίτη αγαπημένη είχε φτιάξει λαχταριστά τσουρέκια, τόσο λαχταριστά που θα ευχόσουν να ήταν το Πάσχα …αύριο κιόλας! Γενικά, φαίνεται, περνάμε πολλές δημιουργικές ώρες στις κουζίνες μας τις τελευταίες μέρες…
Και εγώ στην κουζίνα μου είμαι, στο παράθυρο. Παράθυρο στον κόσμο το έλεγα πάντα, όσοι το ξέρουν πιστεύω ότι θα συμφωνήσουν. Μπροστά απλώνονται χωράφια, που ανάλογα με την εποχή τα οργώνουν, τα σπέρνουν και τα θερίζουν οι χωρικοί της περιοχής. Ένα γήπεδο γκολφ ξεκινάει αμέσως μετά και λίγο προς τα αριστερά. Χάζευα μέχρι πρότινος καθημερινά τους παίκτες με τα μπαστουνάκια τους στον ώμο να προχωρούν ανά δύο-τρεις στα καταπράσινα βουναλάκια. Τώρα είναι έρημο. Στο βάθος, ακριβώς μπροστά, λαμπυρίζουν οι τρεις πιο ψηλές σφαίρες του Atomium, σήμα κατατεθέν των Βρυξελλών. Αυτό το βλέπω μόνο αυτή την εποχή που τα δένδρα είναι γυμνά και με αφήνουν να δω μέσα από τα κλαδιά τους, με τα κιάλια κατά προτίμηση. Οι προσγειώσεις των αεροπλάνων στο κοντινό αεροδρόμιο έχουν σχεδόν σταματήσει, αγαπημένη καθημερινή περιπλάνηση των οφθαλμών, καθώς τα έβλεπα να «κυλούν» αργά πάνω από τις κορυφές των δένδρων και να χάνονται στο διάδρομο προσγείωσης, χωρίς να τα ακούω…
Ένα πρωί την περασμένη εβδομάδα κοιτάζοντας από αυτό το παράθυρο είδα με έκπληξη τρεις «μπαλίτσες» καφετιές να κινούνται στο απέναντι με κριθάρι σπαρμένο χωράφι. Για περιστέρια δεν τα έκανα, γιατί αυτά έχουν χρώμα γκρι στην περιοχή μας. Έφτιαξα το τσάι μου και περίμενα περίεργη με τα κιάλια στο άλλο χέρι. Σε λίγο έκαναν την εμφάνισή τους δυο μικρές καρακάξες, που ξεσήκωναν το σύμπαν με τις φωνές τους, πηδώντας πέρα δώθε με την πλούσια μακριά ουρά τους να ανεμίζει. Οι καφέ «μπαλίτσες» ακινητοποιήθηκαν στη στιγμή και μόλις που φαίνονταν τώρα. Δυο μαύρα κοράκια ήλθαν να προστεθούν στο θίασο. Φοβήθηκα στην αρχή ότι είχαν έρθει για τις «μπαλίτσες», όμως αυτά περνούσαν ανάμεσά τους καμαρωτά και χωρίς να τους δίνουν σημασία. Ο αληθινός κίνδυνος έφτασε κατόπιν και ήταν το ζευγάρι τα γεράκια, που έχουν χρόνια τη φωλιά τους στη συστάδα των ψηλών δένδρων λίγο μακρύτερα. Τα έβλεπα να κάνουν μικρούς κύκλους από πάνω, να ζυγίζουν τα φτερά τους για λίγο, να απομακρύνονται και να ξανάρχονται. Για μια στιγμή πίστεψα, έτσι που είδα και τα γεράκια να φεύγουν, πως είχα κάνει λάθος και πως ήταν ξεραμένα χόρτα οι καφέ «μπαλίτσες», που η φαντασία μου τις έβαλε να κινούνται κιόλας. Τα γεράκια πέταξαν πάλι στη φωλιά τους, ίσως δεν ήθελαν να τα βάλουν και με τους κόρακες του χωραφιού κι εγώ γύρισα στη δουλειά μου.
Το απογευματάκι ρίχνοντας πάλι μια ματιά από το παράθυρο νάτες πάλι οι «μπαλίτσες» σε κίνηση. Τρία μικρά λαγουδάκια ήταν, που είχαν ξεθαρρέψει πάλι και αλώνιζαν το χωράφι. Άθελά μου έβαλα τα γέλια, όταν είδα την «μαμά» τους, που έτρεχε να τα μαζέψει στη φωλιά τους για την νύχτα. Όλη τη βδομάδα συνεχίστηκε αυτό το πανηγύρι, το χωράφι είχε γίνει το νηπιαγωγείο για όλα τα παιχνιδιάρικα νεογέννητα της περιοχής κι εγώ ένιωθα κάτι σαν …τον Νώε στην κιβωτό, με όλα αυτά τα ζωάκια μπροστά στα μάτια μου!
Χθες το πρωί άκουσα έναν πυροβολισμό. Έτρεξα στο παράθυρο και είδα ένα τζιπ σταματημένο στον χωματόδρομο απέναντι. Από τη θέση του οδηγού κατέβηκε ένας με στολή κυνηγού. Με αργά βήματα κατευθύνθηκε προς την άλλη άκρη του χωραφιού και σήκωσε κάτι από το έδαφος. Αυτόματα γύρισα το βλέμμα μου, ψάχνοντας τις καφέ «μπαλίτσες» στο χωράφι. Είδα το λαγουδάκι της φωτογραφίας να κοιτάζει με «απορία» προς το μέρος του κυνηγού, όρθιο αυτή τη φορά. Ήθελα να τρέξω έξω, να κάνω θόρυβο να φύγει πριν γίνει αντιληπτό, αλλά τελικά έφυγε ο κυνηγός. Το λαγουδάκι εξαφανίστηκε σε λίγο κι αυτό, σίγουρα φοβισμένο. Την άλλη μέρα το πρωί, από τα τρία λαγουδάκια, μόνο τα δύο έκαναν την εμφάνισή τους στο χωράφι, μαζί με τις μικρές καρακάξες, λίγα περιστέρια, το ζευγάρι των φασιανών που ξεθάρρεψε κι αυτό και τα δύο κοράκια. Το απόγευμα όμως ανακάλυψα με ανακούφιση και το τρίτο, το πιο παιχνιδιάρικο. Μου φάνηκε ότι ξαφνικά μεγάλωσαν και τα τρία, δεν τα έκρυβε πλέον το σπαρτό στο χωράφι.
Σήμερα εις μάτην τα αναζητώ. Δεν ξαναφάνηκαν. Αλλά ούτε και οι πυροβολισμοί ξανακούστηκαν. Την γλύτωσαν μου φαίνεται και πέρασαν έτσι στην «εφηβεία», κάπως απότομα βέβαια και με την εμπειρία αυτή θα πρέπει τα ίδια τώρα να φροντίσουν τον εαυτό τους, το καθένα από μόνο του. Τέρμα η ανεμελιά του χωραφιού!
Ανάληψη ευθυνών το λέμε αυτό εμείς οι άνθρωποι, που οι περιστάσεις το φέρνουν και έρχονται αναπάντεχα καμιά φορά για να μας βγάλουν από την κανονικότητα της ήρεμης ζωής μας. Απρόβλεπτα γεγονότα απαιτούν γρήγορες κινήσεις αλλά και τις σωστές αποφάσεις. Η ζωή, με όλες τις καλές και τις κακές της στιγμές, συνεχίζεται αλλά πολλά δεν είναι πιά δεδομένα. Πάντως προχθές ο ήλιος συνάντησε τον Ισημερινό, στην εαρινή του επίσκεψη. Οι μέρες αρχίζουν και πάλι να μεγαλώνουν!
No tags
Ο κατ΄οίκον περιορισμός έχει και τα καλά του. Εκτός του ότι είναι μέχρι στιγμής ένα από τα ισχυρότερα μέτρα προστασίας για την αναχαίτηση της εξάπλωσης του κορωνοϊού γίνεται αφορμή και για πολλά άλλα, που σε συνθήκες κανονικότητας ίσως θα τα προσπερνούσαμε ή δεν θα τους δίναμε σημασία. Φίλη μου έλεγε για παράδειγμα ότι μετά από μια έντονη συζήτηση που είχε με συγγενικό της πρόσωπο, η σκέψη ότι το πρόσωπο αυτό ήταν επίσης μόνο και περιορισμένο στο σπίτι του, όπως και η ίδια άλλωστε, την έκανε να σηκώσει και πάλι το τηλέφωνο και να προτείνει, μέρες κορωνοϊού που είναι, να τα ξεχάσουν όλα και να ξεκινήσουν και πάλι απ΄την αρχή!
Και στις Βρυξέλλες είμαστε όλοι κλεισμένοι πλέον στα σπίτια μας. Μέσα από τα παράθυρα επικοινωνούμε με τους γειτόνους, ότι είμαστε καλά και χαμογελάμε πλατιά για να το επιβεβαιώσουμε. Σχολεία, πανεπιστήμια, καταστήματα, εκκλησίες όλα κλειστά. Μόνο οι τηγανιτές πατάτες, το εθνικό έδεσμα της χώρα, την γλύτωσαν! Πωλούνται υπαίθρια σε κάθε γωνιά του Βελγίου μέσα στα τυπικά χάρτινα χωνάκια, με τον «Αntoine» της Place Jourdan, μοναδικό στο είδος του. Οι επιδημίες όμως απαιτούν κοινή λογική και κριτική σκέψη, όχι μόνο για προσωπική ασφάλεια αλλά και σαν πράξη προσφοράς προς το κοινωνικό περιβάλλον. Μένουμε σπίτι!
Ξετρύπωσα και τον Καμύ από τα πίσω ράφια της βιβλιοθήκης, να ξαναθυμηθώ τον καιρό της «Πανούκλας», λόγω επικαιρότητας: «…και θα ερχόταν ίσως μια μέρα που η πανούκλα για να τυραννήσει ή για να σωφρονίσει τους ανθρώπους, θα αφύπνιζε και πάλι τα ποντίκια της στέλνοντάς τα να ψοφήσουν μέσα σε μια ευτυχισμένη πολιτεία».
Με μια κούπα τσάι του βουνού στο χέρι αναλογίζομαι όρθια μπροστά στο παράθυρο τις «χθεσινές» μικρές στιγμές ευτυχίας. Δεν είναι πολλές οι μέρες που γύρισα – και ευτυχώς που πρόφτασα! – από οικογενειακή επίσκεψη στην Καλιφόρνια. Η κατανάλωση της μπύρας «Corona» σχεδόν αυτονόητη στις παρέες εκεί λόγω και της γειτνίασης με το Μεξικό. Κανείς δεν έκανε τον συσχετισμό με τον συνονόματο ιό, ήταν ακόμη νωρίς και εξάλλου αυτός δρούσε εκείνη την εποχή αποκλειστικά στην Κίνα, στην άλλη άκρη της γης. Στη συνέχεια του ταξιδιού μου προς τον Βορρά, στο Σιάτλ, χωρίς να το σκεφτώ ζήτησα και εκεί την ίδια μπύρα, ίσως για να φέρω στο νου μου τις όμορφες μέρες που πέρασα στο Σαν Ντιέγκο. Μπορείτε να φανταστείτε την τρομάρα του σερβιτόρου στο άκουσμα και μόνο του ονόματος της μπύρας. Αθέλητα αλλά πολύ ενεργητικά και φοβισμένα έκανε μάλιστα και δυο βήματα πίσω, λέγοντας πως δεν την έχουν στον κατάλογο. Ο κορωνοϊός είχε φτάσει μέσα σε μια βδομάδα και στο Σιάτλ.
Το περασμένο Σάββατο βρεθήκαμε με φίλους, στο Τρίερ της Γερμανίας και γυρίζαμε ανέμελοι στους Καθεδρικούς Ναούς και τα μουσεία της πόλης, ευτυχισμένοι που ξαναβλεπόμασταν μετά από σχεδόν ένα χρόνο. Μικρές χαρούμενες στιγμές, χωρίς την απειλή του κορωνοϊού. Την Κυριακή το βράδυ ήλθαν άλλοι καλοί μας φίλοι στο σπίτι για να γιορτάσουμε ένα κάπως ασυνήθιστο αλλά επίσης χαρούμενο γεγονός. Τίποτα δεν προμήνυε, ότι θα ήταν η τελευταία μας προς το παρόν συνάντηση με φίλους και ότι από αυτό το σαββατοκύριακο κιόλας θα είμασταν κλεισμένοι ο καθένας στο σπίτι του και θα επικοινωνούσαμε πλέον τηλεφωνικά μεταξύ μας. Να ήταν ο Καμύ προφήτης;
Πάλι από την αρχή λοιπόν και με αίσθημα ατομικής ευθύνης για το σύνολο, που το είχαμε λιγάκι παραμελήσει, κοιτώντας ο καθένας μας τα δικά του και το δικό του προσωπικό συμφέρον. Πάλι από την αρχή στη φροντίδα και στην έγνοια μας για τους δικούς μας ανθρώπους, που τους «βγάζαμε» με ένα τηλεφωνηματάκι, χωμένο κάπου ανάμεσα στα καθημερινά μας τρεχάματα. Οι ραγδαίες εξελίξεις παγκοσμίως, με τις απρόβλεπτες συνέπειες δεν επιτρέπουν πλέον τέτοιες τυπικότητες. Οι στιγμές μετράνε…
Νάρθουν κοντά οι καρδιές, έστω και εξ’ ανάγκης, αυτό έχει σημασία και οι άνθρωποι να αρχίσουν και πάλι όχι μόνο να αγαπούν ο ένας τον άλλον αλλά και να νοιάζονται για τον άλλον. Δεν είμαστε ξεχωριστό μοναχικό νησί ο καθένας μας για τον εαυτό του, αλλά κομμάτι της ίδιας στεριάς και η «καμπάνα χτυπά για όλους μας», όταν ένα κομματάκι αποκολλιέται και «φεύγει», για να θυμηθώ και τον Χέμινγουεϊ!
No tags
«Σας θυμίζει κάτι αυτό το όνομα;» ήταν η ερώτηση του συνομιλητή μου, όταν μου συστήθηκε με το όνομα «Τέσλα».
«Ναι», του απάντησα αυθόρμητα, «Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα».
«Σας μοιάζω για αυτοκίνητο;», ήταν η γελαστή απάντησή του.
Ήμουν σε ένα συνέδριο στο Νόβι Σαντ της Σερβίας. Το ξενοδοχείο που μέναμε όλοι οι σύνεδροι απείχε κάπου πέντε χιλιόμετρα από το συνεδριακό κέντρο και υπήρχε σύνδεση με λεωφορείο κάθε ώρα. Πρόθυμοι βοηθοί-φοιτητές, με κόκκινα μπλουζάκια ήταν στην διάθεσή μας για κάθε πληροφορία, έγραφε το χαρτάκι που κρατούσα στο χέρι μου. Στην αίθουσα του πρωινού ήταν ελάχιστοι από τους συνέδρους εκείνη τη στιγμή και βλέποντας ένα τραπέζι άδειο με μόνο καθήμενο ένα άτομο με κόκκινο μπλουζάκι, πήγα κατ΄ευθείαν εκεί. Άφησα την κούπα τον καφέ στο τραπέζι και τον καλημέρισα. Μου φάνηκε λίγο μεγάλος για βοηθός-φοιτητής, αλλά δεν ήταν της στιγμής να το εξετάσω. Εκείνος σηκώθηκε και με επισημότητα μου έδωσε το χέρι του με μια υπόκλιση, «παλιάς σχολής». Βλέποντας συγχρόνως την ταμπελίτσα με το όνομά μου, με ρώτησε αν ήμουν ελληνίδα και όταν τον διαβεβαίωσα άρχισε να ψέλνει δυνατά το «Χριστός Ανέστη», στα ελληνικά, προτρέποντάς με να τον συνοδεύσω! Άρχισαν να με καίνε τα κρεμμύδια ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, παρά το κόκκινο μπλουζάκι που φορούσε…
Μια γηραιά κυρία με το μπαστουνάκι της μας πλησίασε σε λίγο και ο κ. Τέσλα έκανε τις συστάσεις. Εκεί πια δεν είχα καμιά αμφιβολία ότι είχα καθίσει στο λάθος τραπέζι, αλλά ήταν αργά για επανόρθωση.
Με ρώτησε αν θυμόμουν, πως λεγόταν το αεροδρόμιο στο Βελιγράδι, που σίγουρα είχα χρησιμοποιήσει για να φτάσω ως το Νόβι Σαντ. «Τέσλα!» του απάντησα κάπως μουδιασμένα.
Είχα, λοιπόν, την τιμή να έχω μπροστά μου έναν από τους απογόνους-συγγενείς του σέρβου εφευρέτη Νίκολα Τέσλα! Μαζί με την αδελφή του έρχονται κάθε χρόνο τέτοια εποχή στον τόπο καταγωγής τους για να αφήσουν λουλούδια μπροστά στο δοχείο με την τέφρα του προγόνου τους, που βρίσκεται στο μουσείο Τέσλα, στο Βελιγράδι και να τελέσουν μνημόσυνο. Μου έδωσε την κάρτα του και με κάλεσε να τους επισκεφτώ στην Αλάσκα που μένουν οικογενειακώς. Τους υποσχέθηκα πως θα το κάνω, αν ο δρόμος μου με φέρει προς τα κει…
Ο φυσικός και εφευρέτης Νίκολα Τέσλα (1856-1943) είναι γνωστός για τις επαναστατικές συνεισφορές του στους κλάδους του ηλεκτρισμού και του μαγνητισμού στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα. Η τότε Ευρώπη δεν «έπιασε» το ανήσυχο πνεύμα του με αποτέλεσμα ο Τέσλα να βρεθεί στην Αμερική στο εργαστήριο του Τόμας Έντισον, ναι του γνωστού εφευρέτη, ο οποίος αμέσως αντιλήφθηκε ότι είχε απέναντί του το άλλο του εγώ. Του πρότεινε να δοκιμάσει στο εργαστήριό του κάτι για την εποχή αδύνατο και όταν ο Τέσλα μετά από κάποια μερόνυχτα εργασίας το κατάφερε και πήγε να του ζητήσει τα 50.000 δολάρια που ήταν το στοίχημα, ο Έντισον του απάντησε: «Χα! Πολύ φοβάμαι πως δεν καταλαβαίνεις την αμερικανική αίσθηση χιούμορ», εννοώντας πως στην Αμερική οι συμφωνίες γίνονται με συμβόλαια και όχι με λόγια. Έμεινε στην άκρη …
Ο Τέσλα «ξαναγυρνά» θριαμβευτικά στην Ευρώπη σήμερα με το ηλεκτρικό αυτοκίνητο που λανσάρει η ομώνυμος εταιρία. Σε μια εποχή που η προστασία του περιβάλλοντος είναι στην ημερησία διάταξη κρατών και κυβερνήσεων, ο ευρωπαϊκός πυρήνας της συμβατικής αυτοκινητοβιομηχανίας αρχίζει να τρίζει και το μέλλον της να γίνεται αβέβαιο. Τις μπαταρίες για τα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα θα μπορούσε η Ευρώπη να τις έχει, ίσως, από τον προηγούμενο αιώνα και η εξέλιξη του αυτοκινήτου θα είχε πάρει ίσως μια άλλη πορεία, μαζί και η προστασία του περιβάλλοντος για το οποίο χάνουν στα σχολεία της Ευρώπης κάθε Παρασκευή τα μαθήματά τους οι μαθητές, ακολουθώντας το παράδειγμα της Γκρέτα.
Και όλα αυτά, αν δεν είχε φύγει αποδιωγμένος τότε ο Τέσλα από την Ευρώπη. Είναι και αυτή όμως μια από κείνες τις στενόχωρες προτάσεις που ξεκινούν με το «Τι θα συνέβαινε αν…»!
No tags
Η πρωινή πτήση από Βρυξέλλες για Ζυρίχη ήταν σε εξέλιξη. Το αεροπλάνο κυλούσε στον βροχερό διάδρομο αργά και στα τζάμια του η βροχή έπεφτε με θόρυβο. Τέτοιες φθινοπωρινές μέρες καλύτερα να μένει κανείς στο σπίτι του, σε μένα πάντως δεν αρέσει ούτε το κρύο ούτε η βροχή. Η φωνή του πιλότου για την απογείωση με έβγαλε από τις, όχι και τόσο αισιόδοξες, σκέψεις μου. Στον αέρα χωθήκαμε κυριολεκτικά μέσα στα γκριζόμαυρα σύννεφα και άρχισαν τα τραντάγματα, ευτυχώς για λίγο. Γιατί με ένα σάλτο το αεροπλάνο βγήκε ευθύς από κει μέσα και βρέθηκε πάνω από τα σύννεφα σε έναν άλλον ουρανό. Πολύ φτωχά τα λόγια για να περιγράψω την εικόνα που αντίκρυσαν τα μάτια μου. Ίσως και να ήταν η μεγάλη αντίθεση που την έκανε …εξωπραγματική. Ένας καταγάλανος ουρανός μας υποδέχτηκε, με λίγα αραιά συννεφάκια περισσότερο για στολίδι από πάνω μας και τον ήλιο, που μόλις είχε ανατείλει σ΄αυτόν τον άλλον ουρανό, να μας καλημερίζει. Τον είδα πράγματι να ανατέλλει πίσω από μια βουνοκορφή από σύννεφα, άσπρα σα το χιόνι. Πετούσαμε πάνω από ένα πουπουλένιο στρώμα, άσπρο και ροζ που μου θύμιζε έντονα εκείνο το «μαλλί της γριάς», που ζητιανεύαμε μικροί από τους γονείς μας με το που βλέπαμε τον πλανόδιο με το καροτσάκι του να περνάει. Ένα κομμάτι γαλάζιο, δεξιά, τραβούσε το μάτι. Όχι το γαλάζιο του ουρανού από πάνω μας, αλλά κάπως ξεχωριστό σα νάταν θάλασσα, σε χρώμα …Καραϊβικής όμως! Σχημάτιζε έναν μεγάλο κόλπο περικυκλωμένο από άσπρα-ροζ σύννεφα, σα στεριά, ενώ από πάνω του ακριβώς κρεμόταν ένα μεγαλύτερο πιο γκριζωπό σύννεφο και μετά το …συνηθισμένο γαλάζιο του ουρανού, αλλά αυτού του δεύτερου ουρανού! Ήταν μια εικόνα σαν αυτές που βλέπουμε συχνά σε διαφημιστικά για ονειρεμένες διακοπές σε μέρη άγνωστα και εξωτικά, με χρώματα της φύσης που δεν τα έχουμε καθημερινά στη ζωή μας, μόνο οι φοίνικες έλειπαν εδώ… Ψηλότερα, πάνω από το δικό μας αεροπλάνο, άλλα αεροπλάνα που πήγαιναν σε πιο μακρινούς προορισμούς άφηναν πίσω τους την χαρακτηριστική άσπρη γραμμή της πορείας τους.
Θα τόλεγα όνειρο όλο αυτό, αν, κάπου εκεί πάνω από το Λουξεμβούργο, ένα χάσμα ξαφνικά που ανοίχτηκε στα σύννεφα από κάτω δεν άφηνε να φανεί το γκρίζο της γης. Η βροχή φαινόταν να πέφτει ασταμάτητα ακόμα εκεί κάτω και η μέρα θα συνέχιζε σίγουρα να είναι κρύα και σκοτεινή. Το δικό μας αεροπλάνο όμως έπλεε κυριολεκτικά σε πελάγη γαλήνια, με ήλιο και καθαρό ουρανό από πάνω και μια εξωτική θάλασσα που έμοιαζε με γυάλινη εκεί στο βάθος, να καλεί σε ονειροπολήματα.
Πάνω από τα σύννεφα πάντα λάμπει ο ήλιος, μόνο που εμείς δεν μπορούμε να τον δούμε την κάθε μέρα. Ό,τι μίζερο και ανάποδο στη ζωή, μας στενοχωρεί και μας καταθλίβει και μας κρατάει έτσι γερά καρφωμένους στη γη. Αλλά ένα είναι σίγουρο: κι αυτό θα περάσει σαν τη φθινοπωρινή βροχή. Ένας άλλος μπλε ουρανός που δεν τον βλέπουμε, πάνω από το γκρι της μπόρας που προσωρινά τον κρύβει, μας γνέφει ήδη να σηκώσουμε τα μάτια ψηλά. Να δούμε πιο πέρα ή μάλλον πιο πάνω από αυτό που μας συμβαίνει και μας στενοχωρεί. Τίποτα δεν διαρκεί μια ζωή, ούτε η χαρά ούτε η λύπη. Νάχουμε μόνο το νου μας, να μη χάσουμε το άνοιγμα της «ελπίδας» μέσα από τα όποια σύννεφα της ζωής μας, εκεί κάπου πάνω από το δικό μας «Λουξεμβούργο». Μπορεί ως άνθρωποι να δημιουργηθήκαμε να πατάμε στη γη και όχι να πετάμε στα σύννεφα, αλλά σε εξαιρετικές περιπτώσεις αυτά τα ίδια τα σύννεφα μας ανοίγουν ουρανούς, αν καταφέρουμε και τα υπερβούμε. Οι τρόποι ποικίλουν αλλά το αποτέλεσμα αποζημιώνει και είναι σε τελική ανάλυση αυτό που μετράει.
No tags
Καθώς το αεροπλάνο πλησίαζε στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών ο γνώριμος γκρίζος ουρανός μας υποδεχόταν κλείνοντάς μας το μάτι για καλωσόρισμα. Η βροχή ήλθε λίγο μετά, καθ’οδόν στο λεωφορείο για το σπίτι. Κατεβαίνοντας στη στάση μας αγοράσαμε μια baguette, τη γαλλική αφράτη φραντζόλα, τυρί camembert και ένα άλλο πιο σκληρό, τυλιγμένο σε μανδύα από ξερά βότανα, που μοσχοβολούσαν και μια μικρή φετούλα pâté πάπιας με μια ιδέα κονιάκ μέσα. Αυτά πουθενά αλλού, όπως εδώ, συμφωνήσαμε σιωπηλά. Ήταν ό,τι έπρεπε για τις πρώτες δύσκολες στιγμές της προσαρμογής. Στο σπίτι ανοίξαμε ένα κόκκινο γαλλικό κρασί και τσουγγρίσαμε τα ποτήρια μας για το φθινόπωρο που μας υποδέχτηκε πάραυτα και για το όμορφο ελληνικό καλοκαιράκι που αφήσαμε πίσω μας το πρωί. Ο ίδιος κόμβος αντιθέσεων την κάθε φορά.
Το μάτι έπρεπε και πάλι να συνηθίσει στο πράσινο που πήρε απότομα τη θέση του απέραντου ελληνικού γαλάζιου. Πουθενά αλλού δεν έχω ζήσει να ξημερώνει η κάθε μέρα στο γαλάζιο, σε ουρανό και γη. Το χαρήκαμε φέτος στην Πάρο. Πανέμορφο νησί, οι διαδρομές στη Μάρπησσα συναρπαστικές να μοσχοβολούν γιασεμί, τα ντόπια φαγητά πεντανόστιμα, τα πασαλείμματα ομορφιάς στον Καλόγηρο με την άργιλο που σε μεταμόρφωνε διασκεδαστικά στη στιγμή σε … Αβορίγινο της Αυστραλίας και η αμμουδερή παραλία, δυο βήματα από το σπίτι, όνειρο. Τα βράδια μας συντρόφευαν από απέναντι τα φώτα της Νάξου. Λίγο μακρύτερα η Ίος και τα Κουφονήσια και ένα σωρό άλλα μικρά νησάκια σπαρμένα στο Αιγαίο, προκλήσεις για άλλα καλοκαίρια.
Το σπίτι της Χριστίνας (δίνονται ευχαρίστως πληροφορίες!) υπέροχο με θέα μοναδική και απεριόριστη και, όπως αποδείχτηκε, ιδανικό για τα οκτώ άτομα που συγκεντρωθήκαμε τελικά. Η ίδια έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να μας ευχαριστήσει, το ξεκίνημα μιας φιλίας, είμαι σίγουρη. Οι πιατέλες με τα ολόφρεσκα βασιλικά σύκα για το πρωινό θα μας λείψουν, Χριστίνα και Στεφανία! Φτάσαμε στο νησί ξένοι και άγνωστοι και φεύγοντας αφήσαμε πίσω φίλους ακόμα και στη γειτονιά, τη Ράνια, την Ποπίτσα, τη Λυδία με το μικρό της ζωηρούλη Στέφανο και όλους τους άλλους εκεί. Τελικά είναι οι άνθρωποι που κάνουν έναν τόπο να τον αγαπήσεις και φέτος το βιώσαμε.
Πίσω στις Βρυξέλλες, το καλωσόρισμα του γείτονά μας, Πήτερ, ήταν άκρως βελγικό. Μαζί με το ταχυδρομείο, που έπαιρνε όσο εμείς λείπαμε, κατέφτασε χαμογελαστός και με ένα μεγάλο κομμάτι χειροποίητης μαύρης βελγικής σοκολάτας με αμύγδαλο και φουντούκι στο χέρι για να μας γλυκάνει, όπως είπε, την επιστροφή. Μας είπε τα νέα της γειτονιάς και τα δικά του και εμείς του είπαμε πόσο όμορφα τα περάσαμε και του ανταποδώσαμε το φίλεμα με την χειροποίητη μαρμελάδα από ελληνικό βερίκοκο.
Πιο όμορφη μετάλλαξη του γαλάζιου στο πράσινο δεν θα μπορούσα να ευχηθώ …
No tags
Παραδοσιακά ο Ιούλιος είναι στις Βρυξέλλες ο μήνας διακοπών και η πόλη αδειάζει, το ίδιο και οι δρόμοι! Ιδανική εποχή και για μετακομίσεις, μια και οι αλλαγές προσωπικού στα διάφορα Ευρωπαϊκά Όργανα, στο ΝΑΤΟ, στις πολλές ξένες αποστολές αλλά και στα διάφορα ξενόγλωσσα σχολεία επίσης τον μήνα Ιούλιο γίνονται.
Έτυχε να βρεθώ στην αναμπουμπούλα της μετακόμισης γνωστής μας οικογένειας. Θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους μετά από 30 χρόνια στις Βρυξέλλες. Όλα ήταν ήδη πακεταρισμένα, όταν πέρασα να τους αποχαιρετήσω. Ξαφνικά βλέπω να μπαίνει ένας εκσκαφέας στον κήπο τους. Αντέδρασα άμεσα λέγοντας, ότι πρέπον θα ήταν να περιμένουν οι νέοι ιδιοκτήτες να φύγουν οι παλιοί, πριν αρχίσουν τις αλλαγές στον κήπο.
«Δεν κατάλαβες», με πρόφτασε η γνωστή μου, «εμείς τον παραγγείλαμε να έρθει για να ξεριζώσει τον φοίνικα, γιατί θέλουμε να τον πάρουμε μαζί μας. Ούτως ή άλλως νότια πάμε, θα του αρέσει…».
Ομολογουμένως τα έχασα. Χρόνια τον καμάρωνα στον κήπο τους και έβλεπα με πόση στοργή τον κουκούλωναν στα ζεστά πριν πιάσουν τα κρύα του χειμώνα για να μη παγώσει. Και κάθε Άνοιξη απλωνόταν και πάλι ο φοίνικας και έβγαζε καινούργια κλωνάρια. Και τώρα από …αγάπη, τον ξερίζωναν… Θα την αντέξει και ο ίδιος άραγε την τόση αγάπη;
Ομολογουμένως με εξέπληξε το περιστατικό και το έλεγα στη γειτόνισσά μου καθώς τις προάλλες περιποιούμασταν και οι δύο τον κοινό μας φράχτη και περίμενα να δω την ίδια έκπληξη στο πρόσωπό της. Αλλά εκείνη με αποπήρε λέγοντας, ότι της θυμίζω μια παρόμοια, όχι και τόσο ευχάριστη δική τους περιπέτεια. Με την αγορά του σπιτιού τους, πριν πολλά χρόνια, αναγκάστηκαν από τους παλαιούς ιδιοκτήτες να …αγοράσουν ξεχωριστά και τα δέντρα του κήπου γιατί ήταν ήδη μεγάλα και δεν μπορούσαν εκείνοι να τα ξεριζώσουν για να τα πάρουν μαζί τους, παρότι το προσπάθησαν!
Μυστήρια πράγματα συμβαίνουν γύρω μου, σκέφτηκα, αλλά μπορεί και να είναι το σύνηθες αυτό που εγώ εκλαμβάνω ως … τρελό!
Έτυχε όμως την ίδια μέρα να πέσω επάνω στον Φιλήμονα, τον αρχαίο έλληνα ποιητή που έζησε εκεί κάπου στα 365-265 π.Χ. και σε ένα απόφθεγμά του, που πιο επίκαιρο δεν γινόταν να είναι:
Μη νουθέτει γέρονθ΄αμαρτάνοντα, δένδρον παλαιόν μεταφυτεύειν δύσκολον
Άλλο το νόημα βέβαια εδώ και ίσως και να έχει δίκιο ο αρχαίος Φιλήμονας στο συλλογισμό του. Με τα χρόνια έρχονται και πολλά άλλα και κακά μαζί, που «κολλάνε» στον άνθρωπο και μετά δύσκολα φεύγουν από πάνω του. Μάταιη η προσπάθεια. Εμένα, όμως στην προκειμένη περίπτωση, με τράβηξαν οι λέξεις και μόνο, που με δικαίωσαν στον δικό μου συλλογισμό:
Δεν τα ξεριζώνουμε τα «γέρικα» δένδρα για να τα πάμε αλλού, γιατί μπορεί οι ρίζες τους να μη πιάσουν στο νέο χώμα και να μαραθούν. Συνέβη, δυστυχώς, σε μια φίλη, που έφυγε κι εκείνη βιαστικά για τον Νότο, χωρίς να καλορωτήσει για τις συνθήκες …εδάφους εκεί. Δεν την άντεξε την αλλαγή και από τότε άρχισε να ξεχνάει …
No tags
Στις 14 Σεπτέμβρη του 1595, στην Grand’Place των Βρυξελλών, η Josyne van Beethoven (1540-1595), μητέρα τεσσάρων παιδιών, οδηγήθηκε στην πυρά και κάηκε ζωντανή, με την ανυπόστατη κατηγορία της ενασχόλησής της, τάχα, με τη μαγεία. Ήταν θύμα της Ιεράς Εξέτασης, που είχε την εποχή εκείνη εξαπολύσει ένα ανελέητο κυνηγητό εναντίον όλων εκείνων που τολμούσαν να αμφισβητήσουν την κρατούσα θρησκευτική αρχή και δεν δήλωναν τυφλή υπακοή στις ιδέες που εκείνη πρέσβευε. Οι γυναίκες ήταν φυσικά ο αδύναμος κρίκος στον θρησκευτικό φανατισμό της εποχής και η καταδίωξή τους, γνωστή και ως «κυνήγι των μαγισσών», έμεινε μέχρι σήμερα να σημαδεύει μια κοινωνία, που η θέση της γυναίκας ήταν ούτως ή άλλως μειονεκτική, ιδιαίτερα στο ανδροκρατούμενο θρησκευτικό κατεστημένο.
Η Josyne van Beethoven ήταν έβδομη κατά σειρά πρόγονος του μεγαλύτερου ίσως συνθέτη και πιανίστα όλων των εποχών, Ludwig van Beethoven (1770-1827). O παππούς του, Lodewijk van Beethoven είχε γεννηθεί στο Mechelen, μια πόλη κοντά στις Βρυξέλλες, όπου και υπάρχει σήμερα άγαλμα παππού και εγγονού, στην όχθη του ποταμού Dijle, με τον δρόμο να φέρει το όνομά τους, Van Beethovenstraat.
«Στην πυρά!» ούρλιαζε αφηνιασμένο το πλήθος στην πλατεία.
Τέσσερες φορές το χρόνο είχαν το δικαίωμα οι Ιεροεξεταστές να οδηγήσουν τις «μάγισσες» στην πυρά. Δεμένη με αλυσίδες στα πόδια, ντυμένη από τη μέση και κάτω μόνο με το μακρύ εσώρουχο της εποχής και επάνω σταυρωτά ένα ρούχο που έκρυβε τα αναγκαία, οδηγείτο εκείνη τη νύχτα μαζί με τις άλλες γυναίκες και υπό τον ήχο τυμπάνων στην πυρά. Είχαν κλείσει σε όλες το στόμα τους ερμητικά με ένα ειδικό υλικό και είχαν κουρέψει τα μαλλιά τους σύριζα, αφήνοντας μόνο ένα κομμάτι αξύριστο γύρω-γύρω, σαν μπερέ, όπως το συνήθιζαν οι «αιρετικοί» της εποχής. Κρεμασμένη στο στήθος της καθεμιάς μια ταμπέλα με μεγάλα γράμματα, με το υποτιθέμενο αμάρτημά τους που έπρεπε να κατακαεί, μαζί με τις ίδιες στη φωτιά, για να καθαρίσει η κοινωνία, της οποίας θεματοφύλακες σε θέματα θρησκείας ήταν οι Ιεροεξεταστές.
Μπορεί όλα αυτά σήμερα να ακούγονται σαν παραμύθι με τραγικό τέλος. Ζούμε στο 21ο αιώνα και έχουμε έναν άλλον πολιτισμό και μπορούμε ελεύθερα να εκφράζουμε την άποψή μας, τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό χώρο. Είναι αυτό ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, αποτέλεσμα σκληρών αγώνων και αιματηρών αντιπαραθέσεων στο παρελθόν.
Μετά από τέσσερις και πλέον αιώνες από την άδικη καύση στη πυρά της μακρινής προγόνου του Ludwig van Beethoven, στην ίδια αυτή κεντρική πλατεία των Βρυξελλών ακούγεται το υπέροχο κομμάτι από την ΄Ενατη Συμφωνία του, «Ωδή στη Χαρά», ποίημα του Friedrich Schiller, που το διάλεξαν οι ευρωπαίοι ηγέτες το 1985, ως επίσημο Ύμνο της Ενωμένης Ευρώπης.
Χωρίς λόγια και μόνο με την παγκόσμια γλώσσα της μουσικής εκφράζει σήμερα και στον ίδιο τόπο που κυριαρχούσε παλιά το μίσος και η μισαλλοδοξία, τα ευρωπαϊκά ιδανικά της ελευθερίας, της ειρήνης και της αλληλεγγύης.
Εκδικείται η Ιστορία; Τουλάχιστον δεν λησμονεί και μέσα από τα ερείπια αφήνει και φυτρώνουν λουλούδια για να θυμίζουν ότι η βία και η μισαλλοδοξία, που κάποιοι άκριτα ακολουθούν, δεν μπορούν για πολύ καιρό να έχουν το πάνω χέρι.
No tags
Να γιορτάζει κανείς εξήντα χρόνια γάμου με το πρόσωπο που ερωτεύτηκε, αρραβωνιάστηκε και παντρεύτηκε ενώπιον Θεού και ανθρώπων δεν είναι και λίγο. Διαμαντένια επέτειο την λένε, εξήντα καρατίων!
Όταν ήρθε η πρόσκληση από το φιλικό μας ζευγάρι να παρευρεθούμε στην ολοήμερη γιορτή για την ξεχωριστή αυτή επέτειο στη ζωή τους δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τί μας περίμενε. Στις 11 η ώρα το πρωί του Σαββάτου έπρεπε να είμαστε στην αίθουσα τελετών του Δημαρχείου του Woluwé Saint-Pierre, της συνοικίας των Βρυξελλών που είναι δημότες οι φίλοι μας. Ο Δήμαρχος, ντυμένος επίσημα και με τα διακριτικά του, ως Άρχων του Δήμου, μας καλωσόρισε δια χειραψίας έναν-έναν στην είσοδο, το ζευγάρι, τα παιδιά τους, δυο-τρεις στενούς συγγενείς, που είχαν έρθει από μακριά και τα τρία-τέσσερα φιλικά τους ζευγάρια, που με χαρά ανταποκριθήκαμε στην ιδιαίτερη αυτή πρόσκληση. Κάτω από τα βλέμματα του βασιλικού ζεύγους του Βελγίου στην επιβλητική αίθουσα τελετών του κτηρίου ο Δήμαρχος τους συγχάρηκε για αυτή την τόσο σπάνια στις μέρες μας, όπως τόνισε, επέτειο γάμου και μεταξύ αστείου και σοβαρού τους ρώτησε να του πουν την συνταγή της επιτυχίας για να την λέει με τη σειρά του στους μέλλοντες να προσέλθουν εις γάμου κοινωνία στην ίδια αυτή αίθουσα, καθότι στο Βέλγιο, όπως και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ο πολιτικός γάμος είναι υποχρεωτικός για όλους. Θρησκευτικό χριστιανικό γάμο τελούν στη συνέχεια, όσοι επιθυμούν από την καρδιά τους την ευλογία του Θεού στην κοινή τους πορεία.
«Τα συστατικά», του απάντησαν, «είναι, η αγάπη πάνω απ΄όλα, η πιστότητα και η επιμονή»! Τότε ο Δήμαρχος μπήκε στον πειρασμό να τους ρωτήσει, πώς γνωρίστηκαν. Κι εκείνοι του απάντησαν με προθυμία αγαστή, ότι είχαν γνωριστεί ως φοιτητές τυχαία στο τραμ, όταν έψαχναν και οι δύο στον πίνακα με τις ώρες αναχώρησης.
«Αλλά ενώ το τραμ ήταν άδειο ήρθε και κάθισε ακριβώς απέναντί μου», ανέφερε η σύζυγος κοιτώντας γλυκά δίπλα της.
«Ήταν τόσο όμορφη και προσεκτικά ντυμένη για φοιτήτρια, που με εντυπωσίασε», ήταν η γλυκιά αναφορά του συζύγου προς την συμβία του.
Στη συνέχεια ο Δήμαρχος τους διάβασε τα γραπτά συγχαρητήρια του βασιλικού ζεύγους του Βελγίου για την επέτειο και η ωραία αυτή τελετή έκλεισε με ένα ποτήρι σαμπάνια, αγκαλιές και ευχές, όπως συνηθίζεται σ΄αυτές τις περιπτώσεις. Θυμήθηκα που προφτάσαμε και γιορτάσαμε μια παρόμοια επέτειο, σε οικογενειακό βέβαια περιβάλλον και χωρίς βασιλικές ευχές και με τους δικούς μου γονείς, πριν «φύγουν».
Το απόγευμα η γιορτή συνεχίστηκε στην τοπική μας εκκλησία, η οποία γέμισε με όλους τους φίλους και γνωστούς, που μπορούσαν να παρευρεθούν. Όπως τότε, πριν εξήντα χρόνια, που η επιθυμία τους ήταν μια κοινή πορεία μαζί με τον Θεό, τώρα ήθελαν δημόσια και γιορταστικά να Τον ευχαριστήσουν, γιατί μόνο «τυχαία» δεν ήταν εκείνη η πρώτη συνάντηση στο τραμ, που ήταν στο πλάι τους στις άμπωτες και στις παλίρροιες του γάμου τους και ακόμη να Τον καλέσουν να μείνει κοντά τους μέχρι τέλους, Ο πάστορας της εκκλησίας μίλησε επάνω στο ίδιο εδάφιο που είχαν διαλέξει οι ίδιοι, ως νεόνυμφοι, πριν από εξήντα χρόνια:
«Σεις είσθε φίλοι μου, εάν κάμνητε όσα εγώ σας παραγγέλλω», Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, 15, 14
Τους κοιτούσα όλη την ώρα που άκουγαν προσεκτικά όλα αυτά που έλεγε ο πάστορας. Ωραία ντυμένοι και οι δυο, με παπιγιόν ο σύζυγος, κομψότατη η σύζυγος και θυμόμουν την ανάβασή μας στον Παρθενώνα πριν ένα χρόνο. Θαύμαζα τότε την ευκινησία τους, παρά την όποια ηλικία, που τους την χάριζε η λαχτάρα να «ακουμπήσουν για μια τελευταία ίσως φορά την Ιστορία», όπως μου είπαν και οι δυο με μια φωνή τότε. Επέμεναν να επισκεφτούμε την ίδια μέρα και τον Ναό του Ηφαίστου, για κείνους η πολλοστή φορά, για μένα η πρώτη …
Ο πάστορας έκλεισε με μια αναφορά από το ημερολόγιο που κρατούσε ο σύζυγος κατά την περίοδο των αρραβώνων τους. Από τον Σαιντ ντ΄Εξυπερύ: «Γάμος δεν είναι να κοιτάει ο ένας στα μάτια τον άλλον, αλλά να κοιτούν και οι δύο προς την ίδια κατεύθυνση». Κοιτάχτηκαν γλυκά μεταξύ τους και εκεί ακριβώς πρόλαβε ο πάστορας να κλείσει: «Α, όπως το περίμενα! Βρίσκατε όμως και τον χρόνο να κοιτάζεστε στα μάτια, γιατί και αυτό είναι σημαντικό σ΄ ένα γάμο! Να διαβάζει ο ένας στα μάτια του άλλου τις επιθυμίες του και να προτρέχει να κάνει την κοινή τους ζωή όμορφη και ενδιαφέρουσα. Γιατί αυτή ήταν και η επιθυμία του Θεού, όταν θέσπισε τον γάμο. Να έχουν χαρά οι άνθρωποι και όχι να νιώθουν τον γάμο σα σκλαβιά».
Μου άρεσε πολύ που η πολιτειακή και θρησκευτική αρχή του τόπου που ζω πήραν ενεργό μέρος στην χαρά της διαμαντένιας επετείου γάμου των φίλων μας. Η πρώτη, ίσως, τυπικά, αλλά ιδιαίτερα γιορταστικά και τιμητικά, η δεύτερη και ουσιαστικά, «ενώπιον Θεού και ανθρώπων», έτσι που όλοι μαζί ψάλλαμε δοξολογία «στον Παντοκράτορα Θεό, που επισκέπτεται τους ανθρώπους με τέτοια Αγάπη και την χαρίζει άπλετα, σε όσους Την ζητούν και Τον επικαλούνται», όπως μας θύμιζαν τα λόγια του τελευταίου ύμνου, που ψάλαμε όλοι μαζί, πριν οι δυο κόρες του ζεύγους κλείσουν την βραδιά με σονάτα του Johann Joachim Quantz, με αυλό, φαγκότο και μπάσο.
Στο κέρασμα, που είχαν ετοιμάσει, συνεχίστηκε η γιορταστική ατμόσφαιρα, σαν σε γάμο!
No tags
Το ραντεβού μας ήταν προγραμματισμένο εδώ και ένα χρόνο και τόπος συνάντησης ήταν αυτή τη φορά οι Βρυξέλλες. Τους περιμέναμε λοιπόν τους φίλους μας που έρχονταν από μακριά και φροντίσαμε δεόντως το πρόγραμμα το σαββατοκύριακου. Δεκαετίες μετράει η φιλία μας και ούτε η απόσταση ούτε ο χρόνος έχουν αφήσει σημάδια επάνω της.
Το πρώτο βράδυ το περάσαμε με την συμφωνική ορχήστρα των Βρυξελλών και ήταν μια καλή αρχή γιατί σε όλους μας αρέσει η gospel μουσική, που ήταν στο πρόγραμμα για εκείνη τη βραδιά, με την χορωδία του κρατικού ραδιοφώνου και την αμερικανίδα καλλιτέχνη να συγκινεί με την απόδοση του Amazing Grace (Θαυμάσια Χάρις), που τα λόγια του προσωπικά με έχουν και πάλι συνεπάρει αυτόν τον καιρό.
Στο σπίτι τον υπόλοιπο χρόνο με βόλτες στο πάρκο και γύρω από το τραπέζι. Κατάφερα με τον καιρό να τους πάρω και από τους τέσσερις φίλους μας την φυσική αποστροφή των ξένων για το σκόρδο στα φαγητά μας και εισέπραξα έτσι τα δέοντα για το γιουβέτσι μετά συνοδείας τζατζικιού. Οι συζητήσεις μας μετά, όπως πάντα, ζωηρές και ενδιαφέρουσες και όσο αντέχαμε … Για τις ασχολίες μας, τις εμπειρίες μας, τα σχέδιά μας για το μέλλον, για τα παιδιά μας και για τα εγγόνια τους. Στο τηλέφωνο που μας έπαιρναν όλα τους με τη σειρά, μας έλεγαν πόσο χαίρονται που είμαστε και πάλι οι φίλοι μαζί και να δώσουμε τους χαιρετισμούς στην ομήγυρη. Ίσως και να σκέφτονταν τις δικές τους φιλίες στα χρόνια των διαδικτυακών σχέσεων …
Τάχα για να με βοηθήσει στη μίξη της σάλτσας για τη σαλάτα, ήρθε στην κουζίνα η Σίλα και άρχισε να μου μιλάει για τον τρίχρονο εγγονό της, που ζει στο Μάντσαστερ της Αγγλίας και τον επισκέπτεται όσο πιο συχνά μπορεί από τον Καναδά.
«Ξέρεις», άρχισε, «είχα την ιδέα σε μια από τις τελευταίες επισκέψεις μου, να μη πάρω μαζί μου τις παντόφλες μου φεύγοντας, αλλά να τις αφήσω δίπλα στις δικές του, στο χωλ, για να τις βλέπει. Έτσι είναι σίγουρος ότι θα ξαναπάω, γιατί έχω αφήσει τις παντόφλες μου εκεί …». Γελάσαμε και οι δυο μας με αυτή την απλή παιδική λογική. Να μπορούσαμε και οι μεγάλοι να τα βλέπαμε έτσι απλά κάποια πράγματα που μας κάνουν να ανησυχούμε και να αμφιβάλουμε …
Φεύγοντας, ο Φριτς μας έδωσε ένα καλοδιπλωμένο πακετάκι, ένα για κάθε ζευγάρι. Το βιβλίο που ήταν μέσα θα ήθελε, είπε, να είναι ένα από τα θέματα συζήτησης για την επόμενη συνάντησή μας, σ’ ένα χρόνο πάλι. Μας ζήτησε να πάμε δεόντως «διαβασμένοι», γιατί η γνώμη όλων μας επί του θέματος μετρούσε και με επιχειρήματα, όπως τόνισε. Καλές οι προοπτικές και για την συνέχεια λοιπόν.
Είναι κάποιες φιλίες που μοιάζουν με το καλό κρασί, που όσο παλιώνει τόσο και πιο καλό γίνεται!
No tags
«Δεν μπορείς να πας πίσω και ν΄αλλάξεις την αρχή,
αλλά μπορείς να ξεκινήσεις εκεί που είσαι και ν΄αλλάξεις το τέλος.»
(C.S.Lewis)
Είμαστε και πάλι σε μια αρχή, στην Πρωτοχρονιά. Μπήκε το 2019, γιορτάσαμε το ξεκίνημά του με αγαπημένους φίλους –βάλσαμο τέτοιες μέρες οι φίλοι, όταν οι δικοί είναι μακριά – δώσαμε και πήραμε ευχές με φόντο τα βεγγαλικά της πόλης, αγκαλιές, φιλιά, κάποια μηνύματα στο κινητό – «σας αγαπάμε», «κι εμείς το ίδιο»!- και τώρα στους ήχους της Φιλαρμονικής της Βιέννης – παράδοση πλέον! –, ώρα για απολογισμό.
Αλλά το πίσω είναι μόλις κάποιες ώρες, δεν έχει έτσι νόημα ο όποιος απολογισμός. Η αρχή είναι που μετράει και αυτή μόλις ξεκίνησε. Χαρτί και μολύβι, λοιπόν!
Καινούργια Χρονιά, καινούργια όνειρα, σχέδια μικρά και μεγάλα, για τις μέρες και τους μήνες που έρχονται. Οι ευκαιρίες είναι εδώ μπροστά, να αλλάξουμε καταστάσεις, είμαστε και πάλι στην αρχή του δρόμου, να διορθώσουμε κάποια πράγματα, που κύλισαν λάθος ή όχι όπως τα περιμέναμε. Και τα πιο μεγάλα ταξίδια έχουν για ξεκίνημα το πρώτο μικρό βήμα από την πόρτα του σπιτιού μας στο δρόμο για την περιπέτεια και το άγνωστο εκεί έξω.
Μόνο να μη μείνουμε στο παλιό, δεν έχει πλέον τίποτα να μας δώσει παρεκτός από τις αναμνήσεις, καλές ή λιγότερο καλές και ίσως κάποιες εμπειρίες, χρήσιμες για το μέλλον όμως. Αν μάθαμε απ΄ αυτές θα το δείξει του χρόνου τέτοια μέρα πάλι. Από μας εξαρτάται.
Στο χέρι μας είναι το σήμερα, η αρχή και το ξεκίνημα, που δεν χρειάζεται να είναι πάντα μεγάλο και κοσμογονικό. Αρκεί το λίγο που θα τολμήσουμε σήμερα, που μπορεί, όμως, να αποδειχτεί μέγα!
No tags