Βρέθηκα για λίγες μέρες στο ορεινό χωριό μου, στην Αράχωβα. Είπα, θα ψάχνω κάθε μέρα την ομορφιά γύρω μου και όλα τα καλά στοιχεία στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους. Η φύση με αντάμειψε, δεν μπορείτε να φανταστείτε, με πόσα δώρα! Ως και την Αφροδίτη στην αγκαλιά του Ήλιου είδα στο πέρασμά της από τα μέρη μας. Αυτό το σπάνιο αστρονομικό φαινόμενο της περασμένης Τετάρτης, κατάφερε να μας βγάλει από τους ρυθμούς μας στο πατρικό, σε σημείο που η ανύποπτη Μητέρα μου να αναρωτιέται, τι πάθαμε όλοι και της ζητάμε κερί και σπίρτα πρωί-πρωί, μ΄ ένα κομμάτι γυαλί στο χέρι ο καθένας! Από όλον τον ευρωπαϊκό χώρο μόνο στην Ελλάδα μπορούσες να το δεις αυτό, γιατί μόνο εδώ ο ουρανός ήταν καθαρός εκείνη τη μέρα! Το φως και ο ήλιος, τα χρώματα ακόμα και τα σύννεφα, πιστέψτε με, είναι διαφορετικά στη χώρα μας!
Έχω γυρίσει και έχω δει πολλές όμορφες χώρες, αλλά σαν την Ελλάδα καμιά! Κι αλλού τα ηλιοβασιλέματα με έκαναν να ονειροπολώ αλλά όχι έτσι σαν αυτό του Σουνίου. Είδα τον ήλιο ν΄ ανατέλλει σε πολλά μέρη της γης, αλλά αυτό που αντίκρισαν τα μάτια μου μέσα από ένα παραθυράκι της Καστροπολιτείας στην Μονεμβασιά ήταν αξεπέραστο! Χθες, στην Κωπαΐδα, ο ίδιος αυτός πελώριος και κατακόκκινος ήλιος, μας καλημέρισε μεγαλόπρεπα, έτσι που πρόβαλε μπροστά μας στον δρόμο για την Αθήνα. Όταν ζεις καθημερινά σ έναν τέτοιο «παράδεισο» σου ξεφεύγουν κάτι λεπτομέρειες σαν κι αυτές! Ξέρω, η κρίση είναι υπαρκτή και δεν αστειεύεται, αλλά ούτε και επιβιώνει επί μακρόν σε παράδεισους …
Φίλοι και συγχωριανοί θέλαν να μάθουν για την «κατάσταση», όπως έλεγαν, για το πώς μας βλέπουν έξω. Η βόλτα στο φούρνο του χωριού κατέληγε έτσι σε ενημέρωση εκατέρωθεν, εγώ μάθαινα τα νέα του χωριού, όσο απουσίαζα και εκείνοι για την Ευρώπη με κίνδυνο να μη φτάνει πολλές φορές το ψωμί στην ώρα του για το στρωμένο μεσημεριανό τραπέζι …
Τα ανοιχτά σπίτια, το υποχρεωτικό «φίλεμα», έστω και στο κεφαλόσκαλο, το χαμόγελο στα μάτια και στην καρδιά, το δυνατό σφίξιμο του χεριού, τι να σας πώ, δεν τα έχω βρει αλλού, σε άλλες χώρες. Όσο και αν τα πράγματα γίνονται για τους πολλούς, όλο και πιο δύσκολα και όσο κι αν η οργή πληθαίνει για τους κακούς πολιτικούς μας που μας έφεραν σ΄ αυτό το χάλι, η φιλοξενία δεν θα πάψει να προσφέρεται από το ελληνικό σπίτι. Και είναι, ευτυχώς, λίγοι αυτοί, γύρω μας, που πνίγονται στην ίδια τους τη μιζέρια και την κακομοιριά. Στο χέρι του καθενός μας είναι, λίγο-πολύ, να αλλάξουμε τα πράγματα…
Ήταν, όμως, και βδομάδα Μνήμης για τα «θύματα της ναζιστικής παραφροσύνης» όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος στην επιστολή που έστειλε προς τον δήμαρχο της μαρτυρικής όμορης πόλης του Διστόμου, του καλλικράτειου Δήμου μας, ενόψει της επετείου για την σφαγή από τους Γερμανούς 218 κατοίκων του χωριού, τον Ιούνιο του 1944. Ο απόηχος της απόφασης του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, στις αρχές του χρόνου, ήταν παντού αισθητός. Το αίτημα της Ελλάδας για αποζημιώσεις εκ μέρους της Γερμανίας, για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, όπως αυτό του Διστόμου, απορρίφθηκε. Οι διεθνείς δικαστές άφησαν μόνο ένα «παραθυράκι», κάτι σαν πολιτική «πράξη καλής θέλησης», αν ποτέ η Ελλάδα θελήσει να διεκδικήσει κάτι από την Γερμανία για το Δίστομο.
Οι συγκυρίες, όμως, δεν ευνοούν και η θλίψη μάραινε τα πρόσωπα όλων. Η ομάδα των γερμανών νομικών, που επισκέπτονται κάθε χρόνο αυτή την εποχή το Δίστομο, δεν ήθελαν να παραδεχτούν, ότι όλα χάνονται. Εδώ και δέκα χρόνια προσπαθούν να αντιστρέψουν την εικόνα της πατρίδας μας στη χώρα τους. Τα τελευταία δύο χρόνια όλο και πιο έντονα. Αλλά, ως γνωστόν, στα κράτη μεταξύ τους υπάρχουν συμφέροντα και όχι φιλίες. Φίλοι γίνονται οι άνθρωποι, και μένουν τέτοιοι όσα κακά δημοσιεύματα και αν διαβάζουν στη χώρα τους. Μετά το πέρας των επίσημων συζητήσεων «στρογγυλής τραπέζης», που είχαμε για την απόφαση της Χάγης στην αίθουσα του Μουσείου, στο κλείσιμο της βραδιάς με κάλεσαν για ένα «αναψυκτικό» στο καφενείο του χωριού. Παρήγγειλαν κόκα-κόλα και σπράιτ. Την ακύρωσα την παραγγελία και είπα στο παιδί του καφενείου να φέρει βυσσινάδα «Λουξ» για όλους μας. Τα άλλα τα αναψυκτικά τα πίνουν παντού σε όλον τον κόσμο, τους δικαιολογήθηκα. Βυσσινάδα, και μάλιστα Λουξ, μόνο εδώ στην Ελλάδα. Παιδικές αναμνήσεις, συμπλήρωσα, δικαιολογώντας την αυθαιρεσία εκ μέρους μου.
Στο τέλος έβγαλαν όλοι χαρτί και μολύβι να γράψουν ακριβώς, πώς λέγεται αυτό το μοναδικό στη γεύση ελληνικό αναψυκτικό, που δεν το είχαν – και κακώς!- τόσο καιρό δοκιμάσει …
Αυτή είναι η μοναδικότητα της Ελλάδας! Ακόμη και μια βυσσινάδα κάνει τη διαφορά!
No tags